Απόφαση 63/2019 Τμήμα Δ΄ ΣτΕ – Εξομοίωση επαγγελματικών δικαιωμάτων
Ως προς την πρώτη προσβαλλόμενη κ.υ.α, το δικαστήριο έκρινε ότι αυτή καταργήθηκε ρητώς με μεταγενέστερη κ.υ.α.. Ενόψει τούτου, κατά το μέρος που με την κρινόμενη αίτηση προσβάλλεται, η παρούσα δίκη πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη, (άρ. 32§2 π.δ. 18/1989), ο ισχυρισμός δε των αιτούντων ότι συντρέχει περίπτωση ιδιαιτέρου εννόμου συμφέροντος αυτών που δικαιολογεί εν προκειμένω τη συνέχιση της δίκης προβάλλεται απαραδέκτως με υπόμνημα που κατατέθηκε στη Γραμματεία του ΣτΕ μετά την εκπνοή της προθεσμίας που χορηγήθηκε από τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου, (άρ. 25§2 εδ.β’ π.δ. 18/1989), για την υποβολή υπομνήματος προς ανάπτυξη όσων εκτέθηκαν στο ακροατήριο.
Ως προς τη δεύτερη προσβαλλόμενη κ.υ.α., οι Κρατικές Σχολές ως «μεταδευτεροβάθμιες», επαγγελματικές σχολές, δεν εντάσσονται στο «τυπικό εκπαιδευτικό σύστημα» (άρ. 2 ν.3879/2010), στο οποίο, επίσης, δεν εντάσσονται τα επίμαχα ταχύρρυθμα προγράμματα, οι καταρτιζόμενοι, όμως, στα προγράμματα αυτά, σε αντίθεση με τους σπουδαστές των Κρατικών Σχολών που είναι απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, είναι ήδη απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πτυχιούχοι πανεπιστημιακών τμημάτων με συναφές αντικείμενο. Άρα δικαιολογείται διαφορά μεταξύ της φοίτησης από την άποψη της διάρκειάς, του αριθμού των ωρών διδασκαλίας, του εύρους και του περιεχομένου της διδασκόμενης ύλης. Εξάλλου, η εξομοίωση του διπλώματος των απόφοιτων Κρατικών Σχολών με τα πιστοποιητικά παρακολούθησης των ταχύρρυθμων προγραμμάτων, δεν συνιστά δυσμενή μεταχείριση, διότι από την άποψη των επαγγελματικών δικαιωμάτων, επιδιώκει την κατ’ ουσίαν απελευθέρωση του επαγγέλματος και την αποκατάσταση συνθηκών λειτουργίας υγιούς ανταγωνισμού. Άρα, η εξομοίωση αυτή δεν αντίκειται στο άρ. 4§1 του Συντάγματος.
Η κ.υ.α. ρυθμίζει αποκλειστικώς το περιεχόμενο της διδασκαλίας στο πλαίσιο των επίμαχων ταχύρρυθμων προγραμμάτων και την αξιολόγηση των συμμετεχόντων σε αυτά, όχι δε τα επαγγελματικά τους δικαιώματα, ούτε περιέχει ρυθμίσεις σχετικές με τους όρους, τις συνθήκες εργασίας και αμοιβής ή την κοινωνική ασφάλιση αυτών ούτε, ενόψει του ανωτέρω περιεχομένου της, επάγεται οποιεσδήποτε συνέπειες στα ζητήματα αυτά (ανεργία, επιδείνωση συνθηκών εργασίας, ηθική-υλική απαξίωση εργασίας). Δεν αντίκειται, συνεπώς στις συνταγματικές διατάξεις που καθιερώνουν το κοινωνικό δικαίωμα στην εργασία (άρ. 22§1) και τη μέριμνα του Κράτους για την κοινωνική ασφάλιση (άρ. 22§5).
Κατά την ουσιαστική αντίληψη του νομοθέτη, η οποία δεν παρίσταται προδήλως εσφαλμένη, οι συμμετέχοντες στα ταχύρρυθμα προγράμματα, ενόψει του ότι είναι ήδη πτυχιούχοι τμημάτων Α.Ε.Ι. με αντικείμενα συναφή αποκτούν, με την κατάρτισή τους στα εν λόγω προγράμματα, τα κατάλληλα για την άσκηση του επαγγέλματος προσόντα. Έτσι, παρέχουν εργασία ίσης αξίας με τους απόφοιτους των Κρατικών Σχολών και δεν παραβιάζεται η αρχή της ίσης αμοιβής για ίσης αξίας παρεχόμενη εργασία ούτε και η συνταγματική επιταγή περί προστασίας του πολιτιστικού περιβάλλοντος της Χώρας (αρ. 24).
Το Δικαστήριο έκρινε πως η αίτηση πρέπει να κηρυχθεί καταργημένη, κατά το μέρος που στρέφεται κατά της πρώτης κ.υ.α., να απορριφθεί δε, κατά το μέρος που στρέφεται κατά της δεύτερης κ.υ.α..
Επιμέλεια: Δέσποινα Λάμπρου / Επιστημονική Συνεργάτης ethemis
Κατά πάγια νομολογία, οι κανονιστικές πράξεις δεν χρήζουν αιτιολογίας, αλλά ελέγχονται μόνον από την άποψη της τηρήσεως των όρων της εξουσιοδοτικής διατάξεως, επί τη βάσει της οποίας εκδίδονται, καθώς και της ενδεχόμενης υπέρβασης των ορίων της εξουσιοδοτήσεως (βλ. Σ.Ε. 4788/2014 επταμ., 3996/2014, 1932/2013 κ.ά.), ενώ η ειδικότερη αξιολόγηση των κριτηρίων της εξουσιοδοτικής διατάξεως ανήκει στην ουσιαστική κρίση της Διοικήσεως, η οποία εκφεύγει κατ’ αρχήν του ακυρωτικού ελέγχου (βλ. Σ.Ε. 4788/2014 επταμ. κ.ά.).
Source/ Author:www.ethemis.gr