Υποχρέωση του Δικαστηρίου για ειδική αιτιολόγηση ως προς την συνδρομή επιβαρυντικών περιστάσεων
Ένας από τους λόγους για τους οποίους μία ποινική απόφαση υπόκειται σε αναίρεση, δηλαδή στο έκτακτο αυτό ένδικο μέσο με σκοπό επανεξέταση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης από Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, έγκειται στην έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την συνδρομή και αναγνώριση των επιβαρυντικών περιστάσεων τελέσεως της αξιόποινης πράξης, όπως είναι η κατ’επάγγελμα ή κατά συνήθεια τέλεση οποιασδήποτε εγκληματικής πράξης .
Με την υπ΄αρ. 96/2018 απόφαση του Αρείου Πάγου τονίζεται ότι, κάθε καταδικαστική απόφαση οφείλει να διαλάβει την απαιτούμενη κατά το άρθρο 93 παρ.3 του Συντάγματος ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία , σε συνδυασμό με το άρθρο 139 του ΚΠΔ , στην οποία σαφώς εδράζεται το συμπέρασμα του δικανικού συλλογισμού (του διατακτικού της απόφασης) . Προσέτι , πρέπει να αναφέρονται « με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη».
Συγκεκριμένα, στην υπό κρίση υπόθεση , καταδικασθείς ο κατηγορούμενος για το αδίκημα της κακουργηματικής απάτης, έχοντας παραστήσει ψευδώς γεγονότα ως αληθή με απώτερο σκοπό την αποκόμιση – παρανόμως - περιουσιακού οφέλους εις βάρους του μηνυτή, ήτοι ένα ποσό της τάξεως κατά τα πρακτικά της δημοσιευμένης απόφασης των 94.390 Ευρώ, άσκησε εμπρόθεσμα και νομότυπα το ένδικο μέσο της αναίρεσης ελλείψει - μεταξύ άλλων που ορθώς απορρίφθηκαν από τον Άρειο Πάγο ως αβάσιμων (ίδετε απόφαση) - της απαιτούμενης από το Σύνταγμα και τον ΚΠΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την συνδρομή της επιβαρυντικής για τον κατηγορούμενο περίσταση της κατ’επάγγελμα τελέσεως της εν λόγω αξιόποινης πράξης.
Ο Άρειος Πάγος προέβη σε αναίρεση της ως άνω αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Δωδεκανήσου μόνον ως προς σκέλος περί συνδρομής των επιβαρυντικών περιστάσεων της τελέσεως της αξιόποινης πράξης κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια και με συνολικό όφελος ή ζημιά που υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ τελέσεως του αδικήματος της απάτης με το σκεπτικό , ότι η αιτιολογία τού ως άνω Δικαστηρίου δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, διότι σε κάνενα σημείο της απόφασής του δε «γίνεται οποιαδήποτε μνεία πραγματικών περιστατικών που προέκυψαν και τα οποία δικαιολογούν την κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος της απάτης» και συνεχίζει εξαίροντας ότι , «η δε επιβαρυντική αυτή περίσταση, αν δεν συντρέχει, ασκεί επιρροή στη βαρύτητα της εν λόγω πράξεως και εντεύθεν στην επιβλητέα ποινή, επηρεάζει δηλαδή τη μορφή της απάτης ως κακουργηματικής, κατά την παρ. 3 του άρθρου 386 του ΠΚ».
Για ολόκληρη την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου μπορείτε να ανατρέξετε στον ακόλουθο σύνδεσμο.
Επιμέλεια: Γιάννης Σπηλιώτης/Επιστημονικός Συνεργάτης e-Θέμις
Θεμελιώνεται, συνεπώς, λόγος αναίρεσης και όταν το Δικαστήριο δεν αιτιολογεί ειδικά και εμπεριστατωμένα την συνδρομή των επιβαρυντικών περιστάσεων της κατ’επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεσης του εγκλήματος.
Source/ Author:www.areiospagos.gr