Η Αγόρευση – Πρόταση της Αντεισαγγελέως Εφετών κας Σταθέα στην υπόθεση για την έκδοση των 3 υπηκόων Τουρκίας

April 26, 2017: Νομολογία Νομικά Νέα

posts


ethemis

Η Αγόρευση – Πρόταση της Αντεισαγγελέως Εφετών κας Σταθέα στην υπόθεση για την έκδοση των 3 υπηκόων Τουρκίας

Με τις υπ. αριθμ. 139/2017, 141/2017 και 135/2017 αποφάσεις του,  το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου γνωμοδότησε την απόρριψη των από 5.8.2016 αιτήσεων της Γενικής Εισαγγελίας της Istanbul της Δημοκρατίας της Τουρκίας και κατά της έκδοσης στις Τουρκικές Αρχές των παρόντων τριών τούρκων πολιτών. Μεταγενέστερα,  στις 26.1.2017 και 30.1.2017  κατ’ εφαρμογή του άρθρου 454 ΚΠΔ (το οποίο ορίζει ότι ακόμη και μετά την αμετάκλητη απόφαση κατά της έκδοσης μπορεί να υποβληθεί νέα αίτηση για έκδοση που στηρίζεται σε στοιχεία που δεν είχαν τεθεί στην κρίση του Συμβουλίου) υποβλήθηκαν και εισάχθηκαν προς συζήτηση ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών εκ νέου αιτήματα της Γενικής Εισαγγελίας της Istanbul  Τουρκίας, συνοδευόμενα από την με ημερομηνία 8.2.2017 Ρηματική Διακοίνωση της εν Ελλάδι Πρεσβείας της Δημοκρατίας της Τουρκίας,  με τα οποία ζητείται από τις Τουρκικές Αρχές η έκδοση των παρόντων τριών (3) υπηκόων Τουρκίας, καθόσον αυτοί διώκονται με έξι (6) έκαστος εντάλματα σύλληψης της 12ης Δικαστικής Έδρας του Πλημμελειοδικείου Istanbul. Επί αυτών των αιτημάτων η Αντεισαγγελέας Εφετών με την παρούσα αγόρευση προτείνει την επανάληψη της  της απόρριψης των ανωτέρω αιτημάτων τονίζοντας ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι επανερχόμενο το εκζητούν Κράτος με δήθεν νέα στοιχεία, τα οποία γνωρίζει ότι δεν είναι νέα, αφού είχαν τεθεί στην κρίση των ελληνικών Δικαστικών Αρχών και απορρίφθηκαν, επιχειρεί να παρέμβει καίρια και ανεπίτρεπτα στην δικαιοδοτική τους κρίση.

“ΑΓΟΡΕΥΣΗ-ΠΡΟΤΑΣΗ | 25 Απριλίου 2017

Ενώπιον του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών
Ουρανίας Γ. Σταθέα, Αντεισαγγελέως Εφετών

       Φέρονται σήμερα προς συζήτηση ενώπιον του Συμβουλίου Σας, τα από 30.1.2017 αιτήματα της Γενικής Εισαγγελίας της Istanbul  Τουρκίας, συνοδευόμενα από την με ημερομηνία 8.2.2017 Ρηματική Διακοίνωση της εν Ελλάδι Πρεσβείας της Δημοκρατίας της Τουρκίας,  με τα οποία ζητείται από τις Τουρκικές Αρχές η έκδοση των παρόντων τριών (3) υπηκόων Τουρκίας, καθόσον αυτοί διώκονται με έξι (6) έκαστος εντάλματα σύλληψης της 12ης Δικαστικής Έδρας του Πλημμελειοδικείου Istanbul, που εκδόθηκαν στις 26.1.2017 και 30.1.2017 για τις αξιόποινες πράξεις:

1.    Απόπειρα δολοφονίας κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας (άρ. 310 παρ. 1 Τουρκ ΠΚ).
2.    Απόπειρα κατάργησης της Κυβέρνησης της Τουρκικής Δημοκρατίας, και εμπόδιση για την εκτέλεση της αποστολής της (άρ. 312 παρ. 1 Τουρκ ΠΚ).
3.    Απόπειρα κατάργησης της Συνταγματικής Τάξης (άρ. 309 παρ. 1 Τουρκ ΠΚ).
4.    Απόπειρα κατάργησης της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης ή εμπόδιση για να εκτελέσει την αποστολή της (άρ. 311 παρ. 1 Τουρκ ΠΚ).
5.    Λεηλασία, μαζί με περισσότερα από ένα άτομο (άρ. 149-148 Τουρκ ΠΚ).
6.    Πρόκληση ζημίας στη Δημόσια περιουσία (άρ. 152 Τουρκ ΠΚ).

       Τα αιτήματα αυτά εισάγονται  προς συζήτηση ενώπιον του Συμβουλίου Σας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 454 ΚΠΔ, το οποίο ορίζει ότι ακόμη και μετά την αμετάκλητη απόφαση κατά της έκδοσης μπορεί να υποβληθεί νέα αίτηση για έκδοση που στηρίζεται σε στοιχεία που δεν είχαν τεθεί στην κρίση του Συμβουλίου.

       Πρέπει να σημειωθεί ότι η απόφαση του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου, που αποφαίνεται σε δεύτερο βαθμό επί της ουσίας του ζητήματος έκδοσης, ναι μεν δεν δημιουργεί δεδικασμένο κατά την έννοια του άρθρου 57 ΚΠΔ, όμως παράγει ένα περιορισμένο οιονεί δεδικασμένο, με συνέπεια να απορρίπτεται ως νομικά αβάσιμη κάθε νέα καταγγελία κατά των ιδίων προσώπων που βασίζεται στα ίδια πραγματικά περιστατικά ή επουσιώδη παραλλαγή ή συμπλήρωση και στα ίδια αποδεικτικά στοιχεία ή και σε ασήμαντη προσθήκη αυτών [ΑΠ 1995/2004 ΠοινΧρ ΝΕ΄730]. Το ως άνω, όμως, περιορισμένο οιονεί δεδικασμένο κάμπτεται εφόσον προκύψουν νεότερα ουσιώδη ή άγνωστα περιστατικά ή στοιχεία. Συνεπώς, και εφόσον με τα αιτήματα γίνεται επίκληση νέων στοιχείων, πρέπει να γίνουν τυπικά παραδεκτά αυτά και να ερευνηθούν ως προς την ουσία τους.

       Με τις 139/2017, 141/2017 και 135/2017 αποφάσεις του,  το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου γνωμοδότησε την απόρριψη των από 5.8.2016 αιτήσεων της Γενικής Εισαγγελίας της Istanbul της Δημοκρατίας της Τουρκίας και κατά της έκδοσης στις Τουρκικές Αρχές των παρόντων τούρκων πολιτών, για τις  ακόλουθες αξιόποινες πράξεις:
1. Παράβαση του Συντάγματος με βία και καταναγκασμό ( άρ.309 Τουρκ ΠΚ)
2. Εγκλήματος κατά του Νομοθετικού (άρ.311 Τουρκ ΠΚ)
3. Εγκλήματος κατά της Κυβέρνησης (άρ.312 Τουρκ ΠΚ)
4.  Διακεκριμένη αρπαγή από κοινού από περισσότερους από δύο και με όπλο κατά τις νυχτερινές ώρες (άρ.149-148Τουρκ ΠΚ)
5. Απόπειρα δολοφονίας του Προέδρου της Δημοκρατίας (άρ.310 Τουρκ ΠΚ)

Όλως συνοπτικά αναφέρουμε τι δέχθηκε το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου:
Α) σχετικώς με το αδίκημα της διακεκριμένης αρπαγής (αφορά την αρπαγή του στρατιωτικού ελικοπτέρου με το οποίο διέφυγαν στην Ελλάδα οι εκζητούμενοι) δέχθηκε ότι πρόκειται περί στρατιωτικού αδικήματος που προβλέπεται και τιμωρείται από τον Ελληνικό Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα (άρθρο 147 ΣτρΠΚ) και κατ’ άρθρο 438 εδ. γ΄ ΚΠΔ   απαγορεύεται γι’ αυτό η έκδοση.
Β) σχετικώς  με το αδίκημα της απόπειρας δολοφονίας του Προέδρου της Δημοκρατίας δέχθηκε ότι δεν θεμελιώνεται νομικά το από 5-8-2016 αίτημα έκδοσης των εκζητουμένων, διότι δεν συνδέονται οι εκζητούμενοι με συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά συμμετοχής στην εν λόγω απόπειρα.
Γ) για τις λοιπές αξιόποινες πράξεις το Δικαστήριο του ΑΠ γνωμοδότησε κατά της έκδοσης, διότι κρίθηκε, ότι ναι μεν περιγράφονται επαρκώς στα διωκτικά έγγραφα, πλην, όμως, συντρέχουν λόγοι που δεν επιτρέπουν την ικανοποίηση των αιτημάτων. Και οι λόγοι αυτοί είναι,  ο κίνδυνος μη δίκαιης δίκης  και ο κίνδυνος  να υποστούν απάνθρωπη και μειωτική της προσωπικότητάς τους εξευτελιστική μεταχείριση που αντιβαίνει στο άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, παρά το ό,τι η Τουρκία έχει προσχωρήσει και επικυρώσει την εν λόγω Συνθήκη, καθώς και του συντρέχοντος κινδύνου περί επαναφοράς της θανατικής ποινής.

Τα ανωτέρω αβίαστα προκύπτουν, από  Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Νοεμβρίου 2016, όπου αναφέρεται στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επεβλήθη από την τουρκική Κυβέρνηση μετά την απόπειρα  του πραξικοπήματος,  στην δυσανάλογη περιστολή θεμελιωδών ελευθεριών και δικαιωμάτων, στη σύλληψη 10 μελών της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης, στη σύλληψη μεγάλου αριθμού δημοσιογράφων, στη απόλυση 129.000 δημοσίων υπαλλήλων, στην απομάκρυνση ή σύλληψη  καθηγητών Πανεπιστημίου, εκδοτών εφημερίδων, στη σύλληψη 2.386 Δικαστών και Εισαγγελέων και μεγάλου αριθμού στρατιωτικών και μάλιστα υψηλοβάθμων, από καταγγελίες Διεθνών Οργανισμών για  κακομεταχείριση των συλληφθέντων, υποβολής τους  σε απάνθρωπα βασανιστήρια,  ξυλοδαρμούς, κράτησης  υπό συνθήκες εξευτελιστικές και απάνθρωπες, σε μη νόμιμους χώρους κράτησης, αλλά και από τις καταγγελίες του ιδίου του απεσταλμένου των Ηνωμένων Εθνών, μετά τη επίσκεψή του σε φυλακές της Τουρκίας όπου διαπίστωσε  βασανισμούς, βάναυσους ξυλοδαρμούς και παντός είδους κακοποίηση εξευτελιστική της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ιδιαίτερα  σε υψηλόβαθμους αξιωματικούς του στρατού.

Εν προκειμένω, για την έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας των υπό κρίση αιτημάτων, ερωτάται, τα επικαλούμενα νέα στοιχεία είναι πράγματι νέα και θα μπορούσαν να στηρίξουν μία αυτοτελή, αυθύπαρκτη αίτηση έκδοσης; Κατ’ αρχήν, προκύπτει ότι στα υπό κρίση αιτήματα επαναλαμβάνονται επακριβώς οι ίδιες διατάξεις νόμων που επικαλέστηκαν και στο από 5-8-2016 αίτημα έκδοσης, ενώ  στα από 30-1-2017 αιτήματα έκδοσης καθώς και στην  από 8.2.2017 Ρηματική Διακοίνωση της Πρεσβείας της Δημοκρατίας της Τουρκίας  στην Αθήνα  αναφέρονται σε γραπτές διαβεβαιώσεις περί του ότι  η Τουρκία συμμορφώνεται  δήθεν με το διεθνές δίκαιο και τις διεθνείς συνθήκες περί προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ότι εγγυάται την πλήρη προστασία του δικαιώματος της ζωής  των εκζητουμένων, ότι δεν θα επιτρέψει να υποβληθούν σε βασανιστήρια και σε περίπτωση που συμβεί αυτό θα διενεργήσει έρευνα κατά των υπαιτίων και οι κακοποιηθέντες εκζητούμενοι θα έχουν δικαίωμα προσφυγής στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ενώ ισχυρίζονται ότι αν μετά την έκδοση των παρόντων τούρκων υπηκόων αποδοθούν σε αυτούς εγκλήματα  τα οποία δεν αφορούν στην έκδοσή τους, τότε τάχα οι τουρκικές αρχές θα ζητήσουν την συγκατάθεση των ελληνικών αρχών για να τους δικάσουν και για τις πράξεις αυτές.

       Τα δεδομένα αυτά είναι παντελώς αναξιόπιστα και προκύπτει αβίαστα και πασιφανώς ότι δεν πρόκειται περί νέων στοιχείων, που δεν είχαν τεθεί στην κρίση του Συμβουλίου. Μα ακριβώς αυτά τα στοιχεία ερευνήθηκαν, τόσο από άποψη περιγραφής και εξειδίκευσης της αξιόποινης συμπεριφοράς ενός εκάστου, διότι ναι μεν κατά τη νομολογία επί εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Σύμβαση Εκδόσεως, το Συμβούλιο των Εφετών δεν εξετάζει την βασιμότητα της κατηγορίας,  πλην όμως προκειμένου να διαπιστωθεί μήπως συντρέχει μια από τις περιπτώσεις του άρθρου 3 παρ.2 της Σύμβασης εξετάζεται παρεμπιπτόντως  η  βασιμότητα, και προέκυψε ότι το μεν αδίκημα της απόπειρας δολοφονίας του Προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας εξακολουθεί να παραμένει ασαφές και αόριστο, με μη αναφορά τέτοιων πραγματικών περιστατικών για κάθε έναν εκ των παρόντων εκζητουμένων, και συνεπώς δεν μπορεί να υπαχθεί σε κανόνα δικαίου κατά τον Ελληνικό ΠΚ, για δε το αδίκημα της λεηλασίας δεν μπορεί να υπάρξει έκδοση, καθότι αποτελεί στρατιωτικό έγκλημα για το οποίο απαγορεύεται η έκδοση, σύμφωνα με το άρθρο 438 εδ. γ΄ ΚΠΔ. Για τα λοιπά δε αδικήματα  ισχύουν τα προεκτεθέντα και γενόμενα δεκτά από το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου, και για να κριθεί η αναξιοπιστία των προαναφερομένων εγγυήσεων των τουρκικών Αρχών, αρκεί μια  αναφορά στο υπάρχον στη δικογραφία πλούσιο φωτογραφικό υλικό, όπου εμφαίνονται να συλλαμβάνονται  από τις Τουρκικές Αρχές ανώτατοι Δικαστές εντός της δικαστικής αίθουσας και με τις τηβέννους ανά χείρας να επιβιβάζονται στα λεωφορεία της Αστυνομίας, καθώς και πολίτες και κυρίως στρατιωτικοί βάναυσα κακοποιημένοι και ξυλοδαρμένοι, ημίγυμνοι, σε απροσδιόριστους χώρους κράτησης, χαρακτηριστική δε είναι η φωτογραφία ανώτατου στρατιωτικού όπου αρχικά εμφανίζεται φέρων την στρατιωτική του στολή και εν συνεχεία με πολιτική περιβολή έχων υποστεί απάνθρωπη κακοποίηση και ακρωτηριασμό στο δεξί αυτί.

       Και το μόνο στοιχείο που πραγματικά δεν είχε τεθεί στην κρίση του Συμβουλίου, είναι οι δηλώσεις του Τούρκου Προέδρου στις 16.4.2017, κατά το στάδιο της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος που έλαβε χώρα στη γείτονα χώρα, όπου,  απευθυνόμενος προς το πλήθος των οπαδών ψηφοφόρων του, γεγονός που μεταδόθηκε από όλα τα ραδιοτηλεοπτικά δίκτυα του κόσμου, τους διαβεβαίωσε ότι το επόμενο βήμα είναι η επαναφορά της θανατικής ποινής, με άμεση εισαγωγή προς ψήφιση σχετικού νόμου στη Βουλή. Ενώ, σε τηλεοπτική εκπομπή της ΕΡΤ-1 που μεταδόθηκε το ίδιο βράδυ από την Κωνσταντινούπολη, με προσκεκλημένους του παρουσιαστή δημοσιογράφου, τον Σύμβουλο του Τούρκου Προέδρου και Υπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Τουρκικής Δημοκρατίας και το Νομικό Σύμβουλο του κόμματος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης της γείτονος, αμφότεροι έθεσαν το ζήτημα της έκδοσης στην Τουρκία των παρόντων εκζητουμένων -καθώς και των άλλων 5 συναδέλφων τους- αποκαλώντας αυτούς ‘εγκληματίες’ και ‘δολοφόνους’, κατά πλήρη, εννοείται, απαξίωση της προσωπικότητάς τους και δεινή παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας. Ο δε Σύμβουλος του Τούρκου Προέδρου, στην ίδια εκπομπή, επανέλαβε τα περί επαναφοράς της θανατικής ποινής, δηλώνοντας μάλιστα ότι το σχετικό ζήτημα θα τεθεί υπό την κρίση του Τουρκικού λαού με δημοψήφισμα, ωσάν το θεμελιώδες και υπέρτατο δικαίωμα της ζωής να μπορεί να περισταλεί και να τεθεί υπό την κρίση δημοψηφίσματος.

       Από τα προεκτεθέντα σαφώς συνάγεται ότι τα επικαλούμενα από τις Τουρκικές Αρχές ως ‘νέα στοιχεία’ είχαν τεθεί εξαρχής υπ’ όψιν των Δικαστικών Αρχών, τόσο δηλαδή του Συμβουλίου Εφετών όσο και του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Πρόκειται δε περί μιας όλως προσχηματικής αίτησης των Τουρκικών Αρχών, προκειμένου έτσι να επιδιώξουν νέα επανεξέταση της ήδη τελειωθείσης διαδικαστικά υποθέσεως και επιχειρούν να επιτύχουν τούτο χαρακτηρίζοντας τις ίδιες τις αρχικές αξιόποινες πράξεις, ως νέες αξιόποινες πράξεις, ενδεδυμένες τάχα τούτες με νέα πραγματικά περιστατικά, ενώ επικαλούνται τα ίδια άρθρα του Τουρκικού Ποινικού Κώδικα. Προσθέτουν δε επιπλέον, ένα ακόμη αδίκημα, ήτοι το πλημμέλημα της πρόκλησης ζημίας στη Δημόσια περιουσία, που κατά τον Ελληνικό Ποινικό Κώδικα αποτελεί το πλημμέλημα της διακεκριμένης φθοράς. Και είναι απορίας άξιον, πως όλως αιφνιδίως, μετά την απόρριψη των από 5.8.2016 αιτημάτων τους και την γνωμοδότηση του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου κατά της έκδοσης, οι Τουρκικές Αρχές ανακάλυψαν ένα ήσσονος σημασίας πλημμέλημα και υπέβαλλαν αυτοτελές αίτημα γι’ αυτό. Επισημαίνεται λοιπόν, ότι στο από 30.1.2017 αίτημα ουδείς λόγος γίνεται περί αυτού, ουδεμία περιγραφή, ουδείς προσδιορισμός, εικάζουμε δε ότι αναφέρονται στην από 3.8.2016 έκθεση πραγματογνωμοσύνης, όπου διαπιστώθηκε ότι αφαιρέθηκε (από το στρατιωτικό ελικόπτερο με το οποίο διέφυγαν στη Χώρα μας) η συσκευή αυτοματοποίησης που εκπέμπει  πληροφορίες υψομέτρων, καθώς και  ότι σβήστηκαν όλοι οι παλιοί στρατιωτικοί κωδικοί και στοιχεία πτήσεων. Πρόκειται όμως περί εικασίας, που ουδόλως επιβεβαιώνονται από τα επικαλούμενα δήθεν νέα στοιχεία και επιβεβαιώνεται απολύτως η παραδοχή ότι η προσθήκη αυτής της αξιόποινης πράξης είναι όλως προσχηματική, επιχειρώντας έτσι, η αιτούσα Χώρα, αν δεν τελεσφορήσουν τα αιτήματα  για τα λοιπά κακουργήματα, να επιτύχει την έκδοση για το άνω πλημμέλημα και έτσι να πετύχει την παράδοση, ενώπιον των τουρκικών αρχών, των παρόντων τούρκων υπηκόων χωρίς καμία εγγύηση ότι δεν θα διωχθούν, δεν θα ανακριθούν, δεν θα βασανιστούν, δεν θα φυλακιστούν, δεν θα δικαστούν και για τις προαναφερόμενες αξιόποινες πράξεις, κατά παράβαση της αρχής της ειδικότητας, αφού αποκλειστικό και μόνο μέλημα του εκζητούντος Κράτους είναι η παράδοση και η επιστροφή σε αυτό των εκζητουμένων υπηκόων του. Και ίσως να μπορούσαν να το επιτύχουν αυτό υπό το επιχείρημα ότι ένα πλημμέλημα που τιμωρείται, κατά τον Τουρκικό νόμο, με ποινή φυλάκισης από 1 έως 4 έτη, σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να σχετίζεται με μη δίκαιη δίκη, με εξευτελιστική συμπεριφορά, με βασανιστήρια, με θανατική ποινή. Πράγματι έτσι θα έπρεπε να συμβαίνει, αλλά, όπως προκύπτει από όλα τα μέχρι τώρα στοιχεία, το αυτοτελές αυτό αίτημα είναι προσχηματικό και επιχειρεί έτσι να καθοδηγήσει και να παρέμβει στην κρίση των ελληνικών δικαστικών Αρχών.
       Πρέπει λοιπόν το Συμβούλιό Σας να γνωμοδοτήσει κατά της έκδοσης για το πλημμέλημα αυτό και σχετικά με την κατ’ άρθρο 454 ΚΠΔ αίτηση, που αφορά τα λοιπά εγκλήματα, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι επανερχόμενο το εκζητούν  Κράτος με δήθεν νέα στοιχεία, τα οποία γνωρίζει ότι δεν είναι νέα, αφού είχαν τεθεί στην κρίση των ελληνικών Δικαστικών Αρχών και απορρίφθηκαν, επιχειρεί να παρέμβει καίρια και ανεπίτρεπτα στην δικαιοδοτική τους κρίση.

       Όμως, πρέπει με την γνωμοδότηση-απόφαση του Συμβουλίου Σας  να διατρανωθούν δύο πράγματα: 1)** ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με ασφάλεια δικαίου από αρχαιοτάτων χρόνων, που σέβεται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, δηλ. τη ζωή, την προσωπική ελευθερία, την αξιοπρέπεια, την ελευθερία έκφρασης, συμμορφώνεται με τους διεθνείς κανόνες περί προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, είναι μια ευνομούμενη  και δημοκρατική Πολιτεία που παρά την δυσμενή οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει,  διαπνέεται από τις αξίες του σεβασμού της απόλυτης προστασίας του υπέρτατου αγαθού της ανθρώπινης ζωής και δεν συναινεί με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο έκθεση ανθρώπου στον κίνδυνο βάναυσης προσβολής, δι’ υποβολής του σε βασανιστήρια ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τυχόν αντιμετώπιση επιβολής της θανατικής ποινής** και 2) ότι οι εν Ελλάδι Δικαστικοί Λειτουργοί απολαμβάνουν προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, υπακούουν μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους του Κράτους και αποφασίζουν με γνώμονα την συνείδησή τους και δεν στέργουν σε κελεύσματα προερχόμενα από εξωγενείς  με την Δικαιοσύνη παράγοντες.

Όμως, πρέπει με την γνωμοδότηση-απόφαση του Συμβουλίου Σας  να διατρανωθούν δύο πράγματα: 1) ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με ασφάλεια δικαίου από αρχαιοτάτων χρόνων, που σέβεται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, δηλ. τη ζωή, την προσωπική ελευθερία, την αξιοπρέπεια, την ελευθερία έκφρασης, συμμορφώνεται με τους διεθνείς κανόνες περί προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων, είναι μια ευνομούμενη  και δημοκρατική Πολιτεία που παρά την δυσμενή οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει,  διαπνέεται από τις αξίες του σεβασμού της απόλυτης προστασίας του υπέρτατου αγαθού της ανθρώπινης ζωής και δεν συναινεί με την καθ’ οιονδήποτε τρόπο έκθεση ανθρώπου στον κίνδυνο βάναυσης προσβολής, δι’ υποβολής του σε βασανιστήρια ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τυχόν αντιμετώπιση επιβολής της θανατικής ποινής και 2) ότι οι εν Ελλάδι Δικαστικοί Λειτουργοί απολαμβάνουν προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, υπακούουν μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους του Κράτους και αποφασίζουν με γνώμονα την συνείδησή τους και δεν στέργουν σε κελεύσματα προερχόμενα από εξωγενείς  με την Δικαιοσύνη παράγοντες.



Source/ Author:ethemis.gr

LATEST POSTS



ethemis map

Προκηρύξεις/ Αγγελίες

Προκηρύξεις, Διαγωνισμοί και Αγγελίες για δικηγόρους, ασκούμενους & νομικούς.

View more
newsroom

ΝewsRoom/      ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Τρέχουσα Νομική Επικαιρότητα

View more
ethemis case law

Noμολογία

Σημαντικές δικαστικές αποφάσεις, ιδίως των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας

View more
ethemis case law

Noμοθεσία

Οι νόμοι που έχουν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

View more
ethemis legal studies

Εκπαιδευτικά           Προγράμματα

Για νομικούς & δικηγόρους από εκπαιδευτικούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

View more
ethemis.gr

EΚΔΗΛΩΣΕΙΣ            ΦΟΡΕΩΝ

Εκδηλώσεις Nομικού Eνδιαφέροντος από ποικίλους θεσμικούς Φορείς

View more
ethemis international news

Διεθνή                      Νέα

Διεθνή Νομικά Νέα και Αρθρογραφία, Νομολογία ΕΔΔΑ και αποφάσεις Διεθνών Δικαστηρίων

View more
ethemis map

Δελτία            Τύπου

Ανακοινώσεις ΔΣΑ, δικαστικών ενώσεων, ανεξάρτητων αρχών, θεσμικών φορέων.

View more
ethemis

Συντακτική            Ομάδα

Η Επιστημονική Ομάδα του Ethemis.gr

View more
ethemis.gr

ΣΥΝΕΔΡΙΑ             ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ             e-ΘΕΜΙΣ

Ο Κατάλογος Συνεδρίων και Εκδηλώσεων που έχει διοργανώσει η Ένωση Ελλήνων Νομικών

View more

newsroom