ΣτΕ Πιλοτική δίκη: ιδιοκτήτες οικιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων κατά Ελληνικού Δημοσίου, ΛΑΓΗΕ ΑΕ, ΡΑΕ και ΔΕΗ ΑΕ

ΕΙΔΗΣΕΟΓΡΑΦΙΑ/ January 27, 2025: Τρέχουσα Νομική Επικαιρότητα NewsRoom


ethemis

ΣτΕ Πιλοτική δίκη: ιδιοκτήτες οικιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων κατά Ελληνικού Δημοσίου, ΛΑΓΗΕ ΑΕ, ΡΑΕ και ΔΕΗ ΑΕ

ΣτΕ Α’ 7μ. 2077/2024

Πρόεδρος : Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος

Εισηγητής: Ταξιαρχία Κόμβου, Σύμβουλος της Επικρατείας

Πιλοτική δίκη (άρθρ. 1 παρ. 1 ν. 3900/2010) Αγωγή, κατ’ άρθρ. 105 και 106 ΕισΝΑΚ, ιδιοκτητών οικιακών φωτοβολταϊκών συστημάτων, οι οποίοι έχουν συνάψει με τη ΔΕΗ Α.Ε. συμβάσεις συμψηφισμού για τη συμμετοχή τους στο “Ειδικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης Φωτοβολταϊκών Συστημάτων σε κτιριακές εγκαταστάσεις και ιδίως σε δώματα και στέγες κτιρίων”, ενώπιον του Μον. Διοικ. Πρωτοδικείου Αθηνών κατά των: 1) Ελληνικού Δημοσίου, 2) ανώνυμης εταιρείας «Λειτουργός Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε.» (ΛΑΓΗΕ Α.Ε.) ήδη ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε., 3) Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και 4) ανώνυμης εταιρείας ΔΕΗ Α.Ε. ως ευθυνομένων εις ολόκληρον κατ’ άρθρ. 926 ΑΚ για την αποκατάσταση ζημίας από την κατ’ αυτούς παράνομη μείωση της σταθερής τιμής αναφοράς/αποζημιώσεως για την παραχθείσα ηλεκτρική ενέργεια για διαφορετικές περιόδους παραγωγής (από το 2012 ή το 2013 ή το 2014 έως το 2017 ή έως το πρώτο τρίμηνο του 2018) εξαιτίας (α) της θεσπίσεως από το εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο και της εφαρμογής από τους λοιπούς εναγομένους (ΛΑΓΗΕ Α.Ε., ΡΑΕ και ΔΕΗ Α.Ε.) των διατάξεων των υποπαρ. ΙΓ.1 και ΙΓ.8 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014 και (β) παράνομων κατ’ αυτούς παραλείψεων των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου, της ΡΑΕ και της ΛΑΓΗΕ Α.Ε. οι οποίες κατά τους ισχυρισμούς τους συνετέλεσαν στη διεύρυνση του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, για την εξάλειψη του οποίου επιβλήθηκαν τα επίμαχα μέτρα που θεσπίσθηκαν με τον ν. 4254/2014.

 

I. Δικονομικά ζητήματα

Α) Απαράδεκτη για έλλειψη δικαιοδοσίας η αγωγή κατά το μέρος που στρέφεται κατά της ΔΕΗ Α.Ε. (κατ’ άρθρ. 12 παρ. 1 και 2 ΚΔΔ), διότι η αξίωση εναντίον της ΔΕΗ Α.Ε., ήτοι ν.π.ι.δ., για καταβολή της διαφοράς μεταξύ της μειωμένης τιμής που καθορίσθηκε με τον ν. 4254/2014 και της συμβατικώς συμφωνηθείσας τιμής βάσει της από 4.6.2009 κ.υ.α. (Β΄ 1079) θεμελιώνεται, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό του δικογράφου της αγωγής (βλ. ΑΕΔ 6/2001), στις συναφθείσες κατ’ ιδίαν συμβάσεις συμψηφισμού, οι οποίες δεν είναι δημόσιες συμβάσεις κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου αλλά αποτελούν συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου και, επομένως, η επίλυση της διαφοράς που ανακύπτει εκ των συναφθεισών κατ’ ιδίαν συμβάσεων (στο στάδιο εκτελέσεως αυτών) ανήκει, κατά το Σύνταγμα (άρθρ. 94 παρ. 1 και 2), στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, τα οποία είναι αρμόδια να εξετάζουν τη συμφωνία ή μη των επίμαχων διατάξεων του ν. 4254/2014 προς υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις και αρχές. Εναπόκειται δε στα πολιτικά δικαστήρια, ενόψει της αρχής της δικονομικής αυτονομίας των κρατών μελών στο πλαίσιο εφαρμογής κανόνων του ενωσιακού δικαίου, να εξετάσουν αν ιδιώτες μπορούν να επικαλούνται απευθείας ενώπιόν τους το άρθρ. 32 παρ. 1 της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ έναντι της ΔΕΗ Α.Ε. ως αντισυμβαλλόμενης στις συμβάσεις συμψηφισμού που συνάπτονται βάσει της από 4.6.2009 κ.υ.α. και να εξακριβώσουν αν η ΔΕΗ ανεξαρτήτως της νομικής μορφής της έχει εξαιρετικές εξουσίες σε σχέση με εκείνες που απορρέουν από τους εφαρμοστέους κανόνες στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών.

Β) Νομίμως παρέστη κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στο ακροατήριο η ανώνυμη εταιρεία ΔΑΠΕΕΠ Α.Ε. ως εναγομένη, δεδομένου ότι κατ’ άρθρ. 96-98 ν. 4512/2018 σε συνδ. με άρθρ. 143 ν. 4001/2011, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με άρθρ. 23 ν. 4414/2016 και τροποποιήθηκε με άρθρ. 157 παρ. 3 περ. γ΄ ν. 4759/2020, στην εταιρεία «Διαχειριστής ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης Α.Ε.» (ΔΑΠΕΕΠ ΑΕ), όπως μετονομάσθηκε από 18.6.2018 η εναγόμενη εταιρεία ΛΑΓΗΕ Α.Ε., ανήκει πλέον η αρμοδιότητα να διαχειρίζεται τον Ειδικό Λογαριασμό άρθρ. 143 ν. 4001/2011 (ήδη Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ Διασυνδεδεμένου Συστήματος και Δικτύου), καθώς και να συνάπτει συμβάσεις πωλήσεως ηλεκτρικής ενέργειας κατ’ άρθρ. 12 ν. 3468/2006, εξαιρουμένων των φ/β συστημάτων στέγης οι ιδιοκτήτες των οποίων εξακολουθούν να συνάπτουν συμβάσεις συμψηφισμού με προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας.

Γ) Θεμελιώνεται ευθύνη της ΡΑΕ κατ’ άρθρ. 105-106 ΕισΝΑΚ προς αποκατάσταση ζημίας τρίτου από παράνομες πράξεις ή υλικές ενέργειες ή παραλείψεις των οργάνων της κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί. Νομιμοποιείται παθητικώς η ΡΑΕ για τις παράνομες, κατά τους ενάγοντες, παραλείψεις των οργάνων της. Απαράδεκτη για έλλειψη παθητικής νομιμοποιήσεως κατ’ άρθρ. 72 ΚΔΔ η αγωγή καθ’ ο μέρος αποδίδεται στη ΡΑΕ παρανομία εκ του ότι εφάρμοσε τις επίμαχες διατάξεις του ν. 4254/2014, δεδομένου ότι κατά νόμον η ΡΑΕ δεν έχει αρμοδιότητα να συνάπτει συμβάσεις πωλήσεως ηλεκτρικής ενέργειας με παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ.

Δ) Θεμελιώνεται ευθύνη της ΛΑΓΗΕ ΑΕ κατ’ άρθρ. 105-106 ΕισΝΑΚ, διότι κατά τούτο ασκεί δημόσια εξουσία, όταν ενεργεί ως εκ του νόμου (άρθρ. 143 παρ. 1 ν. 4001/2011) διαχειριστής του Ειδικού Λογαριασμού άρθρ. 40 ν. 2773/1999 και μετέπειτα άρθρ. 143 ν. 4001/2011 καθώς και ως προς τους Κώδικες Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας και Διαχείρισης Συστήματος, ως προς τους οποίους η αρμοδιότητά της συνίσταται κατά νόμον στην υποβολή προτάσεως στο έχον την αποφασιστική αρμοδιότητα όργανο, δηλαδή στη ΡΑΕ, η οικεία δε νομοθετική εξουσιοδότηση ρητώς επιτρέπει τροποποίηση της προτάσεως εκ μέρους της ΡΑΕ κατόπιν δημόσιας διαβουλεύσεως. Νομιμοποιείται παθητικώς η ΛΑΓΗΕ Α.Ε. για τις αποδιδόμενες σε αυτήν παραλείψεις τροποποιήσεως των ως άνω Κωδίκων ως προς τον τρόπο προσδιορισμού της Οριακής Τιμής του Συστήματος και σχετικά με τη διαχείριση του Ειδικού Λογαριασμού. Απαράδεκτη για έλλειψη παθητικής νομιμοποιήσεως κατ’ άρθρ. 72 ΚΔΔ η αγωγή καθ’ ο μέρος αποδίδεται στη ΛΑΓΗΕ. Α.Ε. παρανομία εκ του ότι εφάρμοσε τις διατάξεις της υποπαρ. ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014, δεδομένου ότι η ΛΑΓΗΕ Α.Ε. δεν έχει κατά νόμον αρμοδιότητα να συνάπτει συμβάσεις συμψηφισμού με ιδιοκτήτες φ/σ στέγης ούτε μπορούσε να εφαρμόσει τις επίμαχες νομοθετικές διατάξεις στις υπό εκτέλεση συμβάσεις συμψηφισμού του Ειδικού Προγράμματος φ/σ στέγης (που είχαν καταρτισθεί κατά τα προβλεπόμενα στην από 4.6.2009 κ.υ.α.), αλλά μόνον ο αντισυμβαλλόμενος προμηθευτής ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή εν προκειμένω η εναγόμενη ΔΕΗ Α.Ε. (βλ. περ. 4 της υποπαρ. ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014).

Ε) Ποσοτική αοριστία της αγωγής διότι δεν εκτίθεται στο δικόγραφο πότε ακριβώς συνήφθη κάθε μία από τις κατ’ ιδίαν συμβάσεις συμψηφισμού ούτε πότε ακριβώς ενεργοποιήθηκε η σύνδεση των φωτοβολταϊκών συστημάτων των εναγόντων με το δίκτυο χαμηλής τάσεως. Τα στοιχεία αυτά απαιτούνται από τον νόμο για τη θεμελίωση της αξιώσεως για αποζημίωση, διότι αποτελούν προϋποθέσεις για την εφαρμογή της παρ. 1 άρθρ. 3 της από 4.6.2009 κ.υ.α., όπως η παρ. αυτή ίσχυε προτού αντικατασταθεί με την από 9.8.2012 κ.υ.α. (Β΄ 2317) και την από 30.4.2013 κ.υ.α. (Β΄ 1103), καθώς και της υποπερ. α΄ και του προτελευταίου εδαφίου της περ. 1 της υποπαρ. ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014, προκειμένου να εξευρεθεί το ακριβές ύψος της ανά ενάγοντα εγγυημένης τιμής του καθεστώτος της από 4.6.2009 κ.υ.α. και της μειωμένης τιμής του ν. 4254/2014 και το εάν τα αναγραφόμενα στον πίνακα που περιλαμβάνεται στο δικόγραφο της αγωγής ποσά αντιστοιχούν στις τιμές αυτές. Για τον λόγο αυτόν η αγωγή θα ήταν απορριπτέα ως απαράδεκτη. Η αοριστία δε αυτή δεν μπορεί να θεραπευθεί ούτε με το υπόμνημα των εναγόντων ούτε με παραπομπή στο περιεχόμενο άλλων εγγράφων της δίκης ούτε από την προσκόμιση ή την εκτίμηση των αποδείξεων, διότι τούτο αντίκειται στις διατάξεις για την προδικασία του άρθρ. 36 ΚΔΔ, η τήρηση των οποίων ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο κατ’ άρθρ. 35 ΚΔΔ. Όμως, προκειμένου να αποφευχθεί η έγερση νέας αγωγής (ορισμένης) κατ’ άρθρ. 76 παρ. 2 ΚΔΔ, όπως η παρ. αυτή προστέθηκε με το άρθρ. 8 παρ. 1 ν. 3659/2008, το Δικαστήριο προχωρεί στην εξέταση των γενικότερου ενδιαφέροντος νομικών ζητημάτων που τίθενται εν προκειμένω.

ΣΤ) Δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της δυνητικής παθητικής ομοδικίας κατ’ άρθρ. 115 παρ. 2 ΚΔΔ ως προς τους εναγομένους Ελληνικό Δημόσιο, ΛΑΓΗΕ Α.Ε. και ΡΑΕ, ως προς τους οποίους η υπόθεση υπάγεται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, διότι τα νομικά αυτά πρόσωπα δεν συνδέονται με κοινή υποχρέωση ούτε οι υποχρεώσεις τους πηγάζουν από την ίδια νομική και πραγματική αιτία. Δεν αρκεί για τη δημιουργία σχέσεως δυνητικής παθητικής ομοδικίας μεταξύ των συνεναγομένων ο ισχυρισμός των εναγόντων ότι οι εναγόμενοι ευθύνονται εις ολόκληρον κατ’ άρθρ. 926 ΑΚ, αφού η προϋπόθεση της εις ολόκληρον ευθύνης περισσοτέρων κατά τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρ. 926 ΑΚ δεν είναι η κοινή εναγωγή από τον ζημιωθέντα περισσοτέρων προσώπων, φερόμενων ως συνυποχρέων-συνυπευθύνων, αλλά η πραγματική συνδρομή των νόμιμων όρων ευθύνης για τον κάθε συνυπόχρεο χωριστά. Συνεπώς, κατ’ άρθρ. 121 παρ. 2 ΚΔΔ, όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με άρθρ. 22 παρ. 4 ν. 3226/2004, η αγωγή θα έπρεπε να κρατηθεί μόνον ως προς το πρώτο εναγόμενο Ελληνικό Δημόσιο και να διαταχθεί ο χωρισμός ως προς τη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. και τη ΡΑΕ. Λόγω όμως της φύσεως της υποθέσεως η οποία εισήχθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας με τη διαδικασία του άρθρ. 1 παρ. 1 ν. 3900/2010, το Δικαστήριο κρατεί την υπόθεση και τη δικάζει ως προς όλους τους εναγομένους.

Ζ) Συντρέχει συνάφεια κατά το άρθρ. 122 ΚΔΔ των αξιώσεων κατά του Ελληνικού Δημοσίου που απορρέουν αφενός από την ψήφιση του ν. 4254/2014, ήτοι πράξη προερχόμενη από νομοθετικό όργανο, και αφετέρου την καθ’ ερμηνεία του δικογράφου παράλειψη των αρμόδιων κρατικών οργάνων να κοινοποιήσουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή πριν από τη θέσπισή του το επίδικο μέτρο, το οποίο, κατά τους ισχυρισμούς των εναγόντων, συνιστά κρατική ενίσχυση προς τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας και τις μονάδες ΣΗΘΥΑ. Ενόψει δε και του ότι το Διοικ. Πρωτοδικείο Αθηνών είναι κατά τόπον αρμόδιο για τις ως άνω αξιώσεις, νομίμως κατ’ άρθρ. 122 ΚΔΔ αυτές σωρεύονται στο ίδιο δικόγραφο.

Η) Ομοδικούν παραδεκτώς οι ενάγοντες κατ’ άρθρ. 115 παρ. 1 ΚΔΔ, όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με άρθρ. 22 παρ. 1 ν. 3226/2004, καθ’ ο μέρος η αγωγή στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου για τις ως άνω αιτίες, διότι κατά τούτο οι αξιώσεις τους στηρίζονται στην ίδια νομική βάση και σε όμοιες κατά τα ουσιώδη στοιχεία πραγματικές βάσεις. Αρμόδιο δε καθ’ ύλην ως προς όλους τους ομοδίκους, ενόψει του αιτούμενου από καθέναν από αυτούς ποσού, είναι το Μονομελές Διοικ. Πρωτοδικείο Αθηνών κατ’ άρθρ. 1 παρ. 1 και 2 περ. η΄ ν. 1406/1983 και 6 παρ. 2 περ. γ΄ ΚΔΔ (όπως η παρ. αυτή αντικαταστάθηκε με άρθρ. 13 παρ. 1 ν. 3900/2010 και ακολούθως η περ. γ΄ αντικαταστάθηκε με άρθρ. 47 παρ. 1 ν. 4055/2012).

Θ) Δεν συντρέχει συνάφεια μεταξύ αφενός της ανωτέρω νομοθετήσεως (ψήφιση και θέση σε ισχύ των επίμαχων διατάξεων του ν. 4254/2014) και της ανωτέρω συμπεριφοράς της Διοικήσεως (μη κοινοποίηση του επίμαχου μέτρου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή πριν από τη θέσπισή του) και αφετέρου των παραλείψεων τροποποιήσεως των Κωδίκων Συναλλαγών Ηλεκτρικής Ενέργειας και Διαχείρισης Συστήματος, ως προς τον τρόπο προσδιορισμού της Οριακής Τιμής του Συστήματος, αναστολής αναπτύξεως των φωτοβολταϊκών εγκαταστάσεων και αυξήσεως του Ειδικού Τέλους ΑΠΕ (και ήδη ΕΤΜΕΑΡ), παραλείψεων οι οποίες δεν αφορούν την ως άνω νομοθέτηση. Και τούτο, διότι η εν λόγω νομοθέτηση και οι παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου δεν στηρίζονται στην ίδια νομική και στην ίδια κατά τα ουσιώδη στοιχεία πραγματική βάση, όπως απαιτεί το άρθρ.122 παρ. 2 περ. α΄ και 3 ΚΔΔ. Συνεπώς, κατ’ άρθρ. 122 παρ. 5 ΚΔΔ σε συνδ. με άρθρ. 121 παρ. 2 ΚΔΔ, η αγωγή έπρεπε να κρατηθεί προς εξέταση κατ’ ουσίαν ως προς την εν λόγω νομοθέτηση και την ως άνω συναφή με αυτήν παράλειψη της Διοικήσεως και να διαταχθεί ο χωρισμός ως προς τις λοιπές παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου. Λόγω όμως της φύσεως της υποθέσεως η οποία εισήχθη με τη διαδικασία του άρθρ. 1 παρ. 1 ν. 3900/2010, το Δικαστήριο κρατεί την υπόθεση και τη δικάζει ως προς όλες τις αποδιδόμενες στο Ελληνικό Δημόσιο παρανομίες.

Ι) Απαράδεκτη η παρέμβαση της ανώνυμης εταιρείας «Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας» (ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε.) υπέρ των τεσσάρων εναγομένων και κατά των εναγόντων και των υπέρ αυτών παρεμβαινόντων κατ’ επίκληση της ιδιότητάς της του διαχειριστή του Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΔΔΗΕ) κατ’ άρθρ. 127 ν. 4001/2011, του διαχειριστή και λειτουργού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας των Μη Διασυνδεδεμένων Νησιών (ΜΔΝ) κατ’ άρθρ. 129 ν. 4001/2011 καθώς και του ex lege αντισυμβαλλομένου των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ στα ΜΔΝ στις οικείες συμβάσεις πωλήσεως ηλεκτρικής ενέργειας κατ’ άρθρ. 129 παρ. 2 περ. η΄ ν. 4001/2011 και 12 ν. 3468/2006. Και τούτο διότι (α) δεν προβλέπεται στο άρθρ. 1 παρ. 1 ν. 3900/2010 παρέμβαση σε πιλοτική δίκη όταν ο παρεμβαίνων επικαλείται ότι μετέχει ως διάδικος σε εκκρεμείς δίκες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (όπως εν προκειμένω η παρεμβαίνουσα εταιρεία επικαλείται), (β) δεν προβλέπεται παρέμβαση σε πιλοτική δίκη όταν ο παρεμβαίνων επικαλείται ότι είναι διάδικος σε εκκρεμείς δίκες ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων (έστω και αν τίθενται, μεταξύ άλλων, τα ίδια νομικά ζητήματα, όπως εν προκειμένω) και (γ) από τα προσκομισθέντα προαποδεικτικώς από την παρεμβαίνουσα δικόγραφα προκύπτει ότι στις εκκρεμείς ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων δίκες στις οποίες είναι διάδικος η ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. δεν τίθεται το ζήτημα της αντιθέσεως των διατάξεων των περιπτ. 1 και 4 της υποπαρ. ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014 προς υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες δικαίου και αρχές, όπως εν προκειμένω, αλλά τίθεται το ζήτημα της συνταγματικότητας και της συμβατότητας με το ενωσιακό και το ευρωπαϊκό δίκαιο άλλων διατάξεων και μάλιστα διατάξεων από το πεδίο εφαρμογής των οποίων ρητώς εξαιρούνται οι ιδιοκτήτες οικιακών φ/β συστημάτων που έχουν ενταχθεί στο οικείο Ειδικό Πρόγραμμα. Είναι άνευ σημασίας το γεγονός ότι η ΔΕΔΔΗΕ Α.Ε. είναι αντισυμβαλλόμενη στις συμβάσεις συνδέσεως του συνόλου των παραγωγών ΑΠΕ που συνδέονται στο δίκτυο μέσης τάσεως τόσο στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα όσο και στα ΜΔΝ, δηλ. και του συνόλου των παραγωγών-ιδιοκτητών οικιακών φ/β του Ειδικού Προγράμματος, διότι με την υπό κρίση αγωγή δεν τίθενται ζητήματα σχετικά με τις εν λόγω συμβάσεις συνδέσεως [όμοια η ΣτΕ Α΄ 7μ. 2423/2023].

 

II. Ζητήματα βασίμου

Α) Από τις διατάξεις της από 4.6.2009 κ.υ.α. (όπως αυτή ίσχυε αρχικώς και διαδοχικώς τροποποιήθηκε με νεότερες κ.υ.α.) συνάγεται ότι στο Ειδικό Πρόγραμμα φ/σ σε κτιριακές εγκαταστάσεις μπορούν να ενταχθούν «φυσικά πρόσωπα μη επιτηδευματίες», δηλ. ιδιώτες οι οποίοι ασκούν οικονομική δραστηριότητα που συνίσταται στην παροχή υπηρεσίας στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έναντι αντιτίμου αδιαφόρως της φορολογικής μεταχειρίσεώς τους για τη δραστηριότητά τους αυτή (δηλ. της κατά νόμον απαλλαγής τους από φόρο εισοδήματος από εμπορικές επιχειρήσεις, Φ.Π.Α., υποχρέωση τηρήσεως βιβλίων και εκδόσεως στοιχείων, απαλλαγή που θεσπίσθηκε ως επιπλέον κίνητρο για την ένταξή τους στο Ειδικό Πρόγραμμα). Επίσης, δικαίωμα εντάξεως στο Ειδικό Πρόγραμμα έχουν (μεταξύ άλλων) και φυσικά ή νομικά πρόσωπα επιτηδευματίες που κατατάσσονται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, όπως αυτές ορίζονται στη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6.5.2003 (L 124). Οι ανωτέρω δικαιούχοι είναι καταναλωτές ρεύματος και παραλλήλως παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ [ο εσωτερικός βαθμός αποδόσεως της επενδύσεως (project IRR) συνεκτιμήθηκε για τη λήψη του επίμαχου μέτρου επανακαθορισμού (με μείωση) των εγγυημένων (ήτοι προκαθορισμένων κανονιστικώς) και συμφωνημένων τιμών αναφοράς/αποζημιώσεως καθώς και των σχετικών μέτρων που προηγήθηκαν]. Η παραγόμενη ενέργεια από το φωτοβολταϊκό σύστημα που είναι εγκατεστημένο στη στέγη ή στο δώμα κτιρίου που χρησιμοποιείται για κατοικία ή για στέγαση πολύ μικρής επιχειρήσεως εγχέεται στο δίκτυο χαμηλής τάσεως. Η ενέργεια αυτή απορροφάται στο σύνολό της και αποζημιώνεται ύστερα από συμψηφισμό της αξίας της παραχθείσας από το φ/σ ενέργειας (με βάση την τιμή αναφοράς/αποζημιώσεως) με την αξία της καταναλωθείσας από τον κύριο του φ/σ ενέργειας (με βάση την τιμή προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας). Η εκκαθάριση γίνεται από τη ΔΕΗ Α.Ε. ή άλλον προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας, δηλ. από τον αντισυμβαλλόμενο του κυρίου του φωτοβολταϊκού συστήματος στη σύμβαση συμψηφισμού. Η σύμβαση αυτή προϋποθέτει τη σύναψη συμβάσεως προμήθειας ηλεκτρικού ρεύματος με τη ΔΕΗ ή άλλον προμηθευτή και έπεται της συμβάσεως συνδέσεως του φωτοβολταϊκού συστήματος στο δίκτυο διανομής χαμηλής τάσεως που συνάπτεται μεταξύ του κυρίου του φωτοβολταϊκού και του Διαχειριστή του Δικτύου. Όταν η παραγόμενη από το φωτοβολταϊκό σύστημα ενέργεια είναι μεγαλύτερη από την ενέργεια που καταναλώνεται από τον κύριο του φ/β στο ακίνητο στο οποίο αυτό είναι εγκατεστημένο, καταχωρίζεται στον οικείο εκκαθαριστικό λογαριασμό καταναλώσεως ηλεκτρικού ρεύματος του κυρίου του φωτοβολταϊκού συστήματος πιστωτική εγγραφή και ο λογαριασμός αυτός επέχει θέση τιμολογίου αγοράς για την ενέργεια που διατίθεται από τον κύριο του φωτοβολταϊκού συστήματος και εγχέεται στο δίκτυο χαμηλής τάσεως. Οι προμηθευτές-αντισυμβαλλόμενοι πληρώνουν τους κυρίους των φ/σ στέγης για την παραχθείσα ηλεκτρική ενέργεια κατόπιν συμψηφισμού με τις οφειλές των κυρίων των εν λόγω φ/σ για την καταναλισκόμενη εκ μέρους τους ηλεκτρική ενέργεια. Τα σχετικά ποσά ανακτούν οι προμηθευτές μέσω του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ Το συμβατικό υπόβαθρο της σχετικής δραστηριότητας, ήτοι η σύμβαση συμψηφισμού, αποτελεί μία ιδιότυπη σύμβαση, οι όροι της οποίας είναι προκαθορισμένοι, είναι δηλ. προδιατυπωμένοι στο Παράρτημα της από 4.6.2009 κ.υ.α. (βλ. άρθρ. 3 παρ. 5 της εν λόγω κ.υ.α.) και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ελεύθερης διαπραγματεύσεως μεταξύ των συμβαλλομένων. Τα μέρη υπογράφοντας τη σύμβαση αποδέχονται τους όρους αυτούς όπως επιβάλλονται δυνάμει της οικείας νομοθεσίας. Τούτο αποτελεί εκδήλωση της παρεμβατικής πολιτικής του κράτους στο πεδίο της ενέργειας για λόγους προστασίας δημοσίου συμφέροντος. Συνεπώς, τα μέρη δεν έχουν τη δυνατότητα να προσδιορίσουν την τιμή αποζημιώσεως σε διαφορετικό από το προβλεπόμενο στην εν λόγω κ.υ.α. (ή τις νεότερες τροποποιητικές κ.υ.α.) ύψος. Κατ’ ακολουθίαν τούτων, η σύμβαση συμψηφισμού αποτελεί αμφιμερώς αναγκαστική σύμβαση. Με βάση το οργανικό κριτήριο (Α.Ε.Δ. 29, 42/2011, 4/2017 κ.ά.) η σύμβαση αυτή αποτελεί σύμβαση ιδιωτικού δικαίου, διέπεται από το ως άνω ειδικό καθεστώς (την από 4.6.2009 κ.υ.α.) και κατά τα λοιπά από το ιδιωτικό δίκαιο. Η σύμβαση αυτή δεν αποτελεί δημόσια σύμβαση σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο (ήτοι τις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ, βλ. και ταυτόσημου περιεχομένου προγενέστερες Οδηγίες 2004/18/ΕΚ και 2004/17/ΕΚ) καθώς και σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο (ήτοι κατά την περ. 5 της παρ. 1 άρθρ. 2 ν. 4412/2016, διάταξη με την οποία έχουν μεταφερθεί στην εσωτερική έννομη τάξη οι ανωτέρω διατάξεις των ως άνω νεότερων Οδηγιών). Και τούτο, διότι η υπαγωγή στην έννοια της δημόσιας συμβάσεως προϋποθέτει τη διαδικασία επιλογής (μέσω μιας οργανωμένης διαγωνιστικής -κατά κανόνα- διαδικασίας με συγκεκριμένους διαδικαστικούς κανόνες, στο τελικό στάδιο της οποίας μόνον ένας θα αναδειχθεί ως ανάδοχος-αντισυμβαλλόμενος του αναθέτοντος φορέα). Οποιοδήποτε ανοικτό σύστημα που δεν στηρίζεται σε επιλογή και ανάθεση σε έναν, αλλά καθένας που πληροί ορισμένες προϋποθέσεις μπορεί να λάβει μέρος και έτσι να προκύψουν πολλοί αντισυμβαλλόμενοι (όπως στην επίδικη περίπτωση), δεν είναι δημόσια σύμβαση κατά την έννοια του ενωσιακού δικαίου, ακόμα και αν το σύστημα αυτό έχει προθεσμία για τη συμμετοχή με την πάροδο της οποίας κλείνει [όμοια η ΣτΕ Α΄ 7μ. 2423/2023].

Οι ρυθμίσεις των υποπαρ. ΙΓ. 1, ΙΓ. 4 και ΙΓ. 8 της παρ. ΙΓ. άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014, δυνάμει των οποίων επιβλήθηκε (α) επανακαθορισμός (με μείωση από 1.4.2014) των τιμών αναφοράς/αποζημιώσεως οι οποίες είχαν ορισθεί με το προγενέστερο νομικό καθεστώς (ήτοι την από 4.6.2009 κ.υ.α., όπως αυτή είχε τροποποιηθεί) και αποτελούν όρο των υπό εκτέλεση συμβάσεων συμψηφισμού που έχουν ήδη συναφθεί υπό το κράτος ισχύος του προγενέστερου καθεστώτος (δηλαδή προ της 1.4.2014) και (β) αυτοδίκαιη επέκταση της διάρκειας των εν λόγω συμβάσεων η οποία είχε καθορισθεί με το προγενέστερο αυτό καθεστώς και αποτελεί συμβατικό όρο (με παροχή δυνατότητας επιλογής του τρόπου υπολογισμού της αποζημιώσεως κατά το διάστημα της επεκτάσεως), καταργήθηκε δε (γ) η ετήσια αναπροσαρμογή της κανονιστικώς καθορισθείσας και συνομολογηθείσας τιμής αναφοράς/αποζημιώσεως, αναπροσαρμογή που προέβλεπε το προγενέστερο καθεστώς και αποτελεί συμβατικό όρο των παλαιών συμβάσεων, αποτελούν παρέμβαση σε καταρτισθείσες ιδιότυπες αναγκαστικές συμβάσεις με σκοπό την εξάλειψη του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού άρθρ. 40 ν. 2773/1999 (και μετέπειτα άρθρ. 143 ν. 4001/2011) και τη διασφάλιση της βιωσιμότητάς του και εντεύθεν του μηχανισμού στηρίξεως των ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ, καθώς και τον εξορθολογισμό των τιμών αποζημιώσεως των παραγωγών ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ. Μόνη όμως η θέσπιση των διατάξεων αυτών δεν αρκεί αφ’ εαυτής να επιφέρει την περιουσιακή ζημία που επικαλούνται οι ενάγοντες με την αγωγή τους καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου (ήτοι θετική ζημία που συνίσταται στη διαφορά μεταξύ του καταβληθέντος ανταλλάγματος με βάση τη μειωμένη τιμή του νεότερου καθεστώτος του ν. 4254/2014 και του ανταλλάγματος που έπρεπε, κατά τους ισχυρισμούς τους, να λάβουν με βάση την τιμή του προγενέστερου καθεστώτος που είχε συμφωνηθεί για καθέναν από αυτούς με τη σύμβαση συμψηφισμού που έχουν συνάψει με τη ΔΕΗ Α.Ε.). Και τούτο, διότι οι κατ’ αυτούς επιζήμιες συνέπειες των επίμαχων διατάξεων δεν επέρχονται ευθέως από τη θέσπιση με τον ν. 4254/2014 των ως άνω μέτρων, αλλά από τη διαφοροποιημένη (κατ’ εφαρμογή των μέτρων αυτών) εκτέλεση των κατ’ ιδίαν συμβάσεων συμψηφισμού που καταρτίσθηκαν βάσει των προϊσχυουσών ρυθμίσεων (όσον αφορά την τιμολόγηση και τη διάρκεια) . Κατά συνέπεια, η αξίωση κατά του Ελληνικού Δημοσίου για την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας που, κατά τους ισχυρισμούς τους, έχουν υποστεί οι ενάγοντες (ως προς τους οποίους εξετάζεται η αγωγή κατ’ ουσίαν) από νομοθέτηση κατά παράβαση (κατά τους ισχυρισμούς τους) διατάξεων υπέρτερης τυπικής ισχύος του εθνικού, ενωσιακού και εν γένει ευρωπαϊκού δικαίου δεν μπορεί να θεμελιωθεί στο άρθρ. 105 ΕισΝΑΚ, καθόσον δεν συντρέχει εν προκειμένω μία από τις σωρευτικώς απαιτούμενες από το ενωσιακό και το εσωτερικό δίκαιο προϋποθέσεις για την ευθύνη του κράτους προς αποζημίωση και συγκεκριμένα η προϋπόθεση της υπάρξεως αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παραβάσεως και της ζημίας. Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη η αγωγή κατά το ως άνω μέρος της [όμοια η ΣτΕ Α΄ 7μ. 2423/2023].

Β) Δεν καταλείπεται καμία εύλογη αμφιβολία ως προς την ερμηνεία της (προγενέστερης της συζητήσεως της αγωγής) τελικής αποφάσεως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής C(2018) 6777 (τελικό) της 10.10.2018 στην υπόθεση S.A. 38967 (2014/ΝΝ-2) “Greece - National Operating aid scheme for renewable energy sources and highly efficient combined heat and power installations” (συνοπτική ανακοίνωση της οποίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ στις 7.12.2018, C 442/2/7.12.2018 -τελική απόφαση την οποία επικαλείται και προσκομίζει προαποδεικτικώς το Ελληνικό Δημόσιο- όσον αφορά όλες τις κρίσεις της, μεταξύ των οποίων και η κρίση της ότι το μέτρο της υποπαρ. ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014 δεν συνιστά κρατική ενίσχυση υπέρ των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας κατ’ άρθρ. 107 παρ. 1 ΣΛΕΕ και, συνεπώς, δεν συντρέχει λόγος υποβολής σχετικού προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ.

Σύμφωνα με την ανωτέρω τελική απόφαση της Επιτροπής, η οποία ισχύει έναντι πάντων και είναι δεσμευτική (ως προς όλα τα μέρη της) για όλα τα όργανα του κράτους και επομένως και για το Συμβούλιο της Επικρατείας με βάση το άρθρ. 288 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρ. 249 ΣΕΚ), η ενίσχυση που χορηγήθηκε στους δικαιούχους με βάση την τιμή του ν. 4254/2014 -μειωμένη σε σχέση με την αρχικώς προβλεφθείσα (όπως είχε εν τω μεταξύ αναπροσαρμοσθεί) και άρα μειωμένη σε σχέση με την τιμή που είχε συνομολογηθεί με τις συναφθείσες πριν από την 1.4.2014 συμβάσεις πωλήσεως και συμβάσεις συμψηφισμού όσον αφορά τους εν λειτουργία κατά την ημερομηνία αυτή σταθμούς ΑΠΕ- για την υπόλοιπη περίοδο εκτελέσεως των συμβάσεων αυτών, συνιστά κρατική ενίσχυση υπέρ των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται κατά την Επιτροπή οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις στέγης. Κατά την Επιτροπή, η εν λόγω ενίσχυση είναι μεν παράνομη διότι το σχετικό μέτρο θεσπίσθηκε χωρίς προηγουμένως να κοινοποιηθεί σ’ αυτήν και εφαρμόσθηκε κατά παράβαση της υποχρεώσεως αναστολής που απορρέει από το άρθρ. 108 παρ. 3 της ΣΛΕΕ (δηλ. της υποχρεώσεως αναμονής μέχρι την έκδοση της τελικής αποφάσεως της Επιτροπής), αλλά είναι συμβατή με την εσωτερική αγορά. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο του δικογράφου της αγωγής, οι ενάγοντες με την ιδιότητα του παραγωγού ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε. έχουν ήδη λάβει την ως άνω κρατική ενίσχυση του νεότερου ν. 4254/2014 (ήτοι το νεότερο οικονομικό πλεονέκτημα) που χορηγήθηκε κατά παράβαση της υποχρεώσεως αναστολής και, επομένως, κατά το χρονικό διάστημα της παρανομίας, ήτοι το χρονικό διάστημα από την καταβολή της ενισχύσεως την 1.4.2014 έως την κήρυξη της συμβατότητάς της στις 10.10.2018, ελάμβαναν τη νέα αυτήν ενίσχυση κατά παράβαση των διατάξεων της παρ. 3 άρθρ. 108 ΣΛΕΕ. Ως αποδέκτες δε της παράνομης κρατικής ενισχύσεως του νεότερου νόμου 4254/2014 οι ενάγοντες δεν δικαιούνται επικαλούμενοι παράβαση του άρθρ. 108 παρ. 3 ΣΛΕΕ να αξιώνουν ως αποζημίωση με βάση το εθνικό δίκαιο (άρθρ. 105 ΕισΝΑΚ) το ποσό της διαφοράς μεταξύ του ποσού της παράνομης κρατικής ενισχύσεως που έλαβαν κατά παράβαση της υποχρεώσεως αναστολής και του ποσού της ενισχύσεως με βάση την εγγυημένη τιμή που είχε καθορισθεί με το προγενέστερο νομικό καθεστώς (ήτοι την από 4.6.2009 κ.υ.α. και την τροποποιητική αυτής από 30.1.2012 κ.υ.α., Β΄ 97), διαφορά που ανάγεται στο ανωτέρω χρονικό διάστημα της παρανομίας. Και τούτο, διότι τα διεκδικούμενα ποσά έχουν την ίδια φύση με εκείνα που έχουν εισπράξει κατ’ εφαρμογή του νεότερου ν. 4254/2014 για το κρίσιμο χρονικό διάστημα (το οποίο περιλαμβάνεται στο ως άνω χρονικό διάστημα της παρανομίας της ενισχύσεως του νεότερου νόμου). Το αιτούμενο ανά ενάγοντα με την αγωγή ποσό της διαφοράς μεταξύ της ενισχύσεως με βάση την τιμή η οποία δυνάμει του προϊσχύσαντος κανονιστικού καθεστώτος είχε καθορισθεί ως το συμβατικό αντάλλαγμα στις ήδη καταρτισθείσες συμβάσεις συμψηφισμού και εκείνης που πράγματι εισέπραξαν με βάση τη νέα, μειωμένη, τιμή του νεότερου νόμου (ο οποίος, όπως δέχθηκε το ΔΕΕ με την απόφασή του της 7.4.2022, C-429/20 P, Solar Ηλείας Μπόμπαινα Α.Ε. κατά Επιτροπής, μείωσε ενίσχυση προγενεστέρως χορηγηθείσα στους παραγωγούς ΑΠΕ) έχει χαρακτήρα κρατικής ενισχύσεως (και όχι «αποζημιώσεως» κατά τη σχετική νομολογία του ΔΕΕ). Όμως, τυχόν επιδίκαση από το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο των ποσών που αξιώνουν οι ενάγοντες θα ισοδυναμούσε με θέσπιση άλλης κρατικής ενισχύσεως υπέρ των παραγωγών με δικαστική απόφαση, πράγμα ανεπίτρεπτο ως μη ανήκον στη δικαστική εξουσία. Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη η αγωγή καθ’ ο μέρος στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου προς αποκατάσταση της θετικής ζημίας την οποία κατά τους ισχυρισμούς τους υπέστησαν οι ενάγοντες (ως προς τους οποίους η αγωγή αυτή εξετάζεται κατ’ ουσίαν) εξαιτίας της παραβιάσεως των κανόνων του ενωσιακού δικαίου για τις κρατικές ενισχύσεις εκ μέρους των οργάνων της Διοικήσεως και του κοινού νομοθέτη. Και τούτο, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι υπάρχει εν προκειμένω αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβιάσεως του άρθρ. 108 παρ. 3 ΣΛΕΕ και της ζημίας που επικαλούνται οι ενάγοντες [όμοια η ΣτΕ Α΄ 7μ. 2423/2023].

Γ) Απορριπτέος ο λόγος της αγωγής ότι η τροποποίηση των συμβάσεων των εναγόντων με τις επίμαχες διατάξεις του ν. 4254/2014 συνιστά κρατική ενίσχυση και προς τις μονάδες ΣΗΘΥΑ η οποία είναι παράνομη κατ’ άρθρ. 108 παρ. 3 εδ. γ΄ ΣΛΕΕ και συνίσταται στη διακριτική μεταχείριση υπέρ των μονάδων αυτών, διότι στο δικόγραφο της αγωγής δεν αναφέρεται το ακριβές ύψος του ποσού στο οποίο μειώθηκαν με τις διατάξεις του ν. 4254/2014 οι εγγυημένες τιμές για τις εν λειτουργία μονάδες ΣΗΘΥΑ που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο ως καύσιμο, δεδομένου ότι οι τιμές αυτές καθορίζονται κατά την υποπερ. δ΄ της περ. 1 της υποπαρ. ΙΓ. 1 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014 από σταθερό τμήμα και από «προσαρμογή τιμής φυσικού αερίου (ΠΤ)», η οποία προστίθεται στο σταθερό τμήμα και αποτελεί μέγεθος που καλύπτει τις μεταβολές του κόστους του φυσικού αερίου, υπολογίζεται δε με βάση τον αναφερόμενο στον νόμο μαθηματικό τύπο.

Δ) Δεν στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας από την εκ μέρους της ΛΑΓΗΕ Α.Ε. και της ΡΑΕ παράλειψη τροποποιήσεως των ΚΣΗΕ και ΚΔΣ (οι οποίοι καταρτίσθηκαν από τη ΔΕΣΜΗΕ ΑΕ και εγκρίθηκαν από τη ΡΑΕ με τις 56/2012, Β΄ 104 και 57/2012, Β΄ 103 αποφάσεις της, αντιστοίχως) στον χρόνο και με τον τρόπο που κατά τους ενάγοντες είναι οι ενδεδειγμένοι, ήτοι παράλειψη τροποποιήσεως κανονιστικών πράξεων που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση διατάξεων νόμου. Και τούτο, διότι με τη νομοθετική εξουσιοδότηση (άρθρ. 96 παρ. 1 και 120 παρ. 2 ν. 4001/2011, αντιστοίχως) προβλέπεται δυνατότητα τροποποιήσεως των εν λόγω Κωδίκων είτε με πρωτοβουλία της ΡΑΕ είτε κατόπιν αιτήματος του Διαχειριστή του Ε.Σ.Μ.Η.Ε. (όσον αφορά τον ΚΔΣ) ή της ΛΑΓΗΕ Α.Ε. (όσον αφορά τον ΚΣΗΕ) είτε αιτήματος τρίτων προσώπων που έχουν έννομο συμφέρον και η τροποποίηση εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της Διοικήσεως ύστερα από στάθμιση τεχνοοικονομικών κριτηρίων. Από τον νόμο, επομένως, δεν καθιερώνεται άνευ ετέρου υποχρέωση τροποποιήσεως των εν λόγω Κωδίκων, ήτοι κανονιστικών πράξεων της ΡΑΕ. Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη η αγωγή κατά τούτο. Ομοίως και υπό το προγενέστερο καθεστώς (άρθρ. 19 παρ. 1 και 20 παρ. 1 ν. 2773/1999, όπως οι παρ. αυτές ίσχυαν αρχικώς και όπως ακολούθως αντικαταστάθηκαν, αντιστοίχως, με την παρ. 1 άρθρ. 9 και την παρ. 1 άρθρ. 10 ν. 3426/2005) δεν επιβαλλόταν από τη νομοθετική εξουσιοδότηση η τροποποίηση των Κωδίκων (ΚΣΗΕ και ΚΔΣ), οι οποίοι καταρτίζονταν από τον Διαχειριστή του Συστήματος (ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.) και ύστερα από (αρχικώς απλή και μετέπειτα σύμφωνη) γνώμη της ΡΑΕ εγκρίνονταν από τον Υπουργό Ανάπτυξης. Ούτε άλλωστε από τις διατάξεις που επικαλούνται οι ενάγοντες όσον αφορά την κρατική εποπτεία της εγχώριας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τις σχετικές αρμοδιότητες της ΡΑΕ [άρθρ. 3 και 5 παρ. 1 περ. α΄ (όπως η περ. αυτή αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 άρθρ. 2 ν. 3426/2005) ν. 2773/1999, 3 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 22 παρ. 1 ν. 4001/2011] συνάγεται ότι ο κοινός νομοθέτης επιβάλλει υποχρέωση τροποποιήσεως των ανωτέρω Κωδίκων ως προς τον τρόπο προσδιορισμού της Ο.Τ.Σ. στα εκάστοτε αρμόδια εποπτικά όργανα, ήτοι (α) υπό το καθεστώς του ν. 2773/1999 και έως το έτος 2011 στον Υπουργό Ανάπτυξης, στη δε ΡΑΕ ως προς τη γνωμοδοτική αρμοδιότητά της όσον αφορά τους ως άνω Κώδικες και (β) υπό το καθεστώς του ν. 4001/2011 (δηλ. από τον Αύγουστο του 2011 και εφεξής) στον Υπουργό ΠΕΚΑ και στη ΡΑΕ (αποφασίζον πλέον όργανο όσον αφορά τους ανωτέρω Κώδικες). Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη η υπό κρίση αγωγή καθ’ ο μέρος με αυτήν αποδίδεται στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. (πρώην ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.), στη ΡΑΕ και στο Δημόσιο παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας από τη μη τροποποίηση των Κωδίκων αυτών από τους ανωτέρω αρμόδιους (μέχρι το έτος 2011) προς τούτο φορείς όσον αφορά τον τρόπο υπολογισμού της Οριακής Τιμής του Συστήματος (βλ. άρθρ. 56 επ. της από 9.5.2005 υπουργικής αποφάσεως, Β΄ 655).

Ε) Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη είναι η αγωγή ως προς την αποδιδόμενη στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. (πρώην ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.) υπό την ιδιότητά της ως διαχειριστή του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ παρανομία που έγκειται στο ότι αυτή συνέχισε να συνάπτει συμβάσεις πωλήσεως ηλεκτρικής ενέργειας με παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκούς σταθμούς κατά το χρονικό διάστημα (από Ιούλιο 2011 έως Αύγουστο 2012) κατά το οποίο οι υπογεγραμμένες συμβάσεις είχαν υπερβεί τους εθνικούς στόχους σύμφωνα με το ενωσιακό και το εσωτερικό δίκαιο, καθόσον από τον νόμο ρητώς προβλέπεται υποχρέωση της ΛΑΓΗΕ Α.Ε. να συνάπτει συμβάσεις πωλήσεως ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ με τους κατόχους άδειας παραγωγής για την ένταξη των σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ στο Σύστημα ή το Δίκτυο, εφόσον οι οικείες εγκαταστάσεις παραγωγής συνδέονται στο Σύστημα είτε απευθείας είτε μέσω του Δικτύου και οι κάτοχοι άδειας παραγωγής έχουν υποβάλει αίτηση με πλήρη φάκελο για σύναψη συμβάσεως πωλήσεως ηλεκτρικής ενέργειας. Ομοίως υπό το καθεστώς προ του ν. 3468/2006 ήταν υποχρεωτική για τη ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε. η σύναψη συμβάσεων πωλήσεως ηλεκτρικής ενέργειας με κατόχους άδειας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, εφόσον οι εγκαταστάσεις παραγωγής συνδέονται στο Σύστημα απευθείας ή μέσω του Δικτύου (όπως συνάγεται από το άρθρ. 37 ν. 2773/1999, όπως αυτό ίσχυε πριν καταργηθεί με το άρθρ. 28 παρ. 1 περ. β΄ ν. 3468/2006). Δεν καταλείπεται δε ευχέρεια στην ΛΑΓΗΕ Α.Ε. ούτε στην πρώην ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε. να αρνηθεί (κατ’ εξαίρεση) τη σύναψη τέτοιων συμβάσεων. Εξάλλου, η μη εισδοχή νέων παραγωγών στο οικείο πρόγραμμα αναπτύξεως φωτοβολταϊκών σταθμών μετά την επίτευξη του εθνικού στόχου (και η εντεύθεν αύξηση των εκροών του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ) δεν ανήκει στις κατά νόμον αρμοδιότητες της ΛΑΓΗΕ Α.Ε. (ούτε της πρώην ΔΕΣΜΗΕ Α.Ε.) ούτε εμπίπτει στην κατά νόμον αρμοδιότητά της ως διαχειριστή του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, αρμοδιότητα η οποία περιορίζεται αποκλειστικώς στη λογιστική διαχείριση των εσόδων (εισροών) και εξόδων (εκροών) σε σχέση με τους θεσμοθετημένους πόρους του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού και τις προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία πληρωμές. Στην προκειμένη περίπτωση όμως οι ενάγοντες δεν αποδίδουν στη ΛΑΓΗΕ Α.Ε. αυτοτελή παρανομία όσον αφορά την ως άνω διαχείριση του εν λόγω Λογαριασμού.

ΣΤ) Από τις διατάξεις των άρθρ. 1-3, 4 παρ. 1 και 16 της εν λόγω Οδηγίας 2009/28/ΕK συνάγεται ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται να εγγυώνται τη μεταφορά και διανομή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ΑΠΕ και να μεριμνούν για την περαιτέρω ανάπτυξη της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, καταλείπεται όμως σε αυτά περιθώριο εκτιμήσεως ως προς την επιλογή και την εφαρμογή των εθνικών μέτρων (μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και εθνικά καθεστώτα στηρίξεως) για τη συμμόρφωση προς τους ως άνω στόχους της Οδηγίας, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες της αγοράς ενέργειας σε κάθε κράτος μέλος. Περαιτέρω, τα κράτη μέλη επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση να λάβουν μέτρα για τον περιορισμό των ΑΠΕ «προκειμένου να εξασφαλιστούν η ασφάλεια του εθνικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας και ο ενεργειακός εφοδιασμός» (βλ. περ. γ΄ της παρ. 2 άρθρ. 16 της ως άνω Οδηγίας), διατηρούν όμως περιθώριο εκτιμήσεως ως προς τη σκοπιμότητα λήψεως τέτοιων μέτρων και την επιλογή συγκεκριμένων εθνικών μέτρων. Η εκτίμηση αυτή του νομοθέτη κατά την επιλογή του είδους των μέτρων που αποτελεί άσκηση εθνικής ενεργειακής πολιτικής υπόκειται σε οριακό δικαστικό έλεγχο.

Η μη έκδοση κανονιστικής (υπουργικής) αποφάσεως περί αναστολής αδειοδοτήσεως φωτοβολταϊκών σταθμών κατά την περίοδο που επικαλούνται οι ανωτέρω ενάγοντες (από Ιούλιο 2011 έως Αύγουστο 2012) και η έκδοση της σχετικής υπουργικής αποφάσεως μεταγενεστέρως (στις 9.8.2012, Β΄ 2317), η οποία έγινε στο πλαίσιο της κυβερνητικής ενεργειακής πολιτικής, ήταν ελεύθερη επιλογή του κανονιστικού νομοθέτη ενόψει της ευρείας ευχέρειας εκτιμήσεως που καταλείπει στα κράτη μέλη ο ενωσιακός νομοθέτης με την προαναφερθείσα Οδηγία. Επομένως, δεν στοιχειοθετείται εν προκειμένω παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας της κανονιστικώς δρώσας Διοικήσεως.

Ζ) Μεταξύ των κατά νόμον αρμοδιοτήτων της ΡΑΕ είναι μεν να παρακολουθεί τα υφιστάμενα προγράμματα/σχέδια αναπτύξεως των ενεργειακών υποδομών που έχουν καταρτισθεί από τους αρμόδιους Διαχειριστές των Συστημάτων Μεταφοράς και των Δικτύων Διανομής (άρθρ. 14, 108 και 127-129 ν. 4001/2011), καθώς και να παρακολουθεί την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και τις συνθήκες της αγοράς ενέργειας σε σχέση με τη δυνατότητα αναπτύξεως νέου παραγωγικού δυναμικού (άρθρ. 12 ν. 4001/2011), από τις διατάξεις όμως αυτές δεν προκύπτει αρμοδιότητα της ΡΑΕ να αναδεικνύει στα αρμόδια κρατικά όργανα υπερκάλυψη των στόχων αναπτύξεως φωτοβολταϊκών σταθμών. Σύμφωνα δε με τις ειδικές διατάξεις των οποίων γίνεται επίκληση στο προοίμιο της από 9.8.2012 υπουργικής αποφάσεως, (περ. β΄ της παρ. 3 άρθρ. 1 του ν. 3468/2006, όπως η παρ. αυτή προστέθηκε με άρθρ. 1 του ν. 3851/2010, και από 1.10.2010 υπουργική απόφαση Β΄ 1630) η ΡΑΕ δεν συμπράττει στην έκδοση υπουργικής αποφάσεως περί αναστολής της διαδικασίας αδειοδοτήσεως φωτοβολταϊκών σταθμών λόγω υπερβάσεως του ορίου ισχύος που προβλέπεται στο άρθρ. 1 της από 1.10.2010 υπουργικής αποφάσεως ούτε έχει συμπράξει στην έκδοση της από 9.8.2012 υπουργικής αποφάσεως, η οποία (όπως προκύπτει από το προοίμιό της) εκδόθηκε κατόπιν εισηγήσεως της Υπηρεσίας Εξυπηρέτησης Επενδυτών για Έργα ΑΠΕ (ήτοι της Υπηρεσίας άρθρ. 20 ν. 3468/2006, όπως αυτό τροποποιήθηκε) και με βάση στοιχεία που είχαν περιέλθει στην Υπηρεσία αυτή και όχι κατόπιν γνώμης της ΡΑΕ. Άλλωστε, ούτε υπό το προγενέστερο καθεστώς είχε συμπράξει η ΡΑΕ στην έκδοση κανονιστικής αποφάσεως περί αναστολής της αδειοδοτικής διαδικασίας προγράμματος αναπτύξεως φωτοβολταϊκών σταθμών [βλ. Δ6/Φ1/οικ.7037/2008 απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης (Β΄ 707), η οποία καταργήθηκε με την ΑΥ/Φ1/οικ.19384/29.9.2010 απόφαση της Υπουργού ΠΕΚΑ (Β΄ 1674)]. Άλλο δε είναι το ζήτημα της εξετάσεως από τη ΡΑΕ των κανόνων αναλήψεως και επιμερισμού του κόστους (μεταξύ παλαιών και νέων παραγωγών) λόγω της συνδέσεως νέων παραγωγών ΑΠΕ με στόχο τη βελτίωσή τους στο οποίο αναφέρεται η παρ. 5 άρθρ. 15 ν. 4001/2011, όπως η αυτή προστέθηκε με την παρ. 4 άρθρ. 26 ν. 4062/2012, ζήτημα που σε κάθε περίπτωση δεν αφορά την εκάστοτε ενεργειακή πολιτική σε σχέση με το άνοιγμα της αγοράς σε δεδομένη χρονική περίοδο. Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη η αγωγή και κατά την ανωτέρω πραγματική βάση της.

Η) Από τα άρθρ. 40 ν. 2773/1999 και 143 ν. 4001/2011 (όπως αυτά τροποποιήθηκαν μέχρι τη θέσπιση των επίμαχων διατάξεων του ν. 4254/2014) συνάγεται ότι ο προσδιορισμός του ύψους του Ειδικού Τέλους ΑΠΕ και ήδη ΕΤΜΕΑΡ [ύψος το οποίο υπό το καθεστώς του ν. 2773/1999 καθοριζόταν με υπουργική απόφαση και υπό το καθεστώς του ν. 4001/2011 με απόφαση της ΡΑΕ αναθεωρούμενη ανά τακτά χρονικά διαστήματα (ανά έτος και από 19.11.2012 ανά εξάμηνο)] εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της Διοικήσεως και ήδη της ΡΑΕ, η οποία αποφασίζει με βάση ορισμένα κριτήρια στο πλαίσιο των κατά νόμον αρμοδιοτήτων της. Ο κοινός νομοθέτης δεν εγγυάται ότι το ΕΤΜΕΑΡ θα προσδιορίζεται κανονιστικώς σε ορισμένο ύψος ή σε συγκεκριμένο εύρος τιμών ούτε ότι θα βαίνει υποχρεωτικώς αυξανόμενο για την κάλυψη των τυχόν ελλειμμάτων του Ειδικού Λογαριασμού. Ενόψει τούτων, δεν στοιχειοθετείται εν προκειμένω παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας από τη σταδιακή αύξηση του ΕΤΜΕΑΡ πριν από τη θέσπιση των μέτρων του ν. 4254/2014, αύξηση η οποία υπολείπεται αφενός της θετικής αναπροσαρμογής του τέλους αυτού σε ποσό 19,73 ευρώ/MWh που, κατά τους ισχυρισμούς των εναγόντων, ήταν αναγκαία από το έτος 2012, ώστε να επιτευχθεί ο ισοσκελισμός του Ειδικού Λογαριασμού πριν από το τέλος του 2013, και αφετέρου οιασδήποτε άλλης αναπροσαρμογής που κατά τους ενάγοντες έπρεπε να είναι υψηλότερη από τις θεσπισθείσες με τις διαδοχικές υπουργικές αποφάσεις και αποφάσεις της ΡΑΕ. Απορριπτέα ως νόμω αβάσιμη η ένδικη αγωγή και ως προς την πραγματική αυτή βάση.

Θ) Τέλος, η αγωγή είναι απορριπτέα και κατά την επικουρική βάση της, δηλ. κατά το μέρος της με το οποίο επιχειρείται η θεμελίωση της αξιώσεως αποζημιώσεως στο άρθρ. 4 παρ. 5 Συντ. Και τούτο, διότι δεν εξειδικεύεται στην αγωγή εάν το επίμαχο νομοθετικό μέτρο της μειώσεως των εγγυημένων τιμών (ήτοι του, κατά τους ενάγοντες, συμβατικού ανταλλάγματος) σε ήδη καταρτισθείσες συμβάσεις, κατά την υποπερ. α΄ της περ. 1 της υποπαρ. ΙΓ.1 της παρ. ΙΓ άρθρ. πρώτου ν. 4254/2014), δημιούργησε στους ενάγοντες τόσο δυσμενείς συνθήκες ώστε αυτοί δεν μπορούσαν πλέον να διατηρήσουν τη δραστηριότητα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από τα φωτοβολταϊκά συστήματά τους και αναγκάσθηκαν είτε να διακόψουν ολοσχερώς τη δραστηριότητά τους αυτή κατά τρόπο ανεπανόρθωτο γι’ αυτούς είτε να τη διατηρήσουν μεν αλλά κατά τρόπο τόσο δαπανηρό ώστε να πλήττονται υπερμέτρως καθ’ ον χρόνον οι λοιποί παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας μη τελούντες υπό τις ιδιάζουσες αυτές συνθήκες δεν υφίσταντο τέτοια ζημία.

ΣτΕ Πιλοτική δίκη (άρθρ. 1 παρ. 1 ν. 3900/2010)



Source/ Author:adjustice.gr

LATEST POSTS
  • ethemis

    Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε η πρώτη εκδήλωση του Δικηγορικού Ημερολογίου 21ου Αιώνα

    Σε μία κατάμεστη αίθουσα στο κτίριο «Κωστής Παλαμάς» του Πανεπιστημίου Αθηνών και σε ιδιαίτερα θερμό κλίμα, παρουσία εκατοντάδων συναδέλφων μας, πραγματοποιήθηκε χθες η πρώτη εκδήλωση του Δικηγορικού forum «Δικηγορικό Ημερολόγιο 21ου αιώνα».

  • ethemis

    Ενημέρωση για το τέλος απογράφου

    Ενημέρωση του ΔΣΠ σχετικά με τις αλλαγές που επέφερε ο Νόμος 5135/2024, μεταξύ άλλων, στο τέλος απογράφου ή όπως πλέον ονομάζεται, στο ΨΗΦΙΑΚΟ ΤΕΛΟΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΗΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΑΠΟΓΡΑΦΟΥ.Το εν λόγω τέλος παραμένει αναλογικό και οι σχετικές με αυτό ρυθμίσεις περιλαμβάνονται κυρίως στο άρθρο 29 (Μέρος Β’ Κεφάλαιο Γ’) του ως άνω νόμου. Επισημαίνεται ότι με βάση τη νέα διάταξη για τον υπολογισμό του τέλους επί της έκδοσης απογράφου κρίσιμο είναι το αντικείμενο της διαφοράς.

  • ethemis

    Διαδικτυακά σεμινάρια ποινικής δικηγορίας 2025

    Η Ένωση Ελλήνων Ποινικολόγων διοργανώνει σεμινάρια για την τέχνη της ποινικής δικηγορίας με έναρξη τον Μάρτιο του 2025.Σκοπός των σεμιναρίων είναι να αναδειχθούν τα σύνθετα ζητήματα που αντιμετωπίζει ο ποινικολόγος που χειρίζεται μια υπόθεση και να υποδειχθούν τεχνικές για την επιτυχή διαχείρισή τους.Τα επτά συνολικώς απογευματινά σεμινάρια, με συχνότητα ένα ανά εβδομάδα, θα διεξαχθούν μέσω της πλατφόρμας zoom κάθε Τετάρτη (18:00-20:00) για τους μήνες Μάρτιο – Ιούνιο 2025.





ethemis map

Προκηρύξεις/ Αγγελίες

Προκηρύξεις, Διαγωνισμοί και Αγγελίες για δικηγόρους, ασκούμενους & νομικούς.

View more
newsroom

ΝewsRoom/      ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Τρέχουσα Νομική Επικαιρότητα

View more
ethemis case law

Noμολογία

Σημαντικές δικαστικές αποφάσεις, ιδίως των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας

View more
ethemis case law

Noμοθεσία

Οι νόμοι που έχουν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

View more
ethemis legal studies

Εκπαιδευτικά           Προγράμματα

Για νομικούς & δικηγόρους από εκπαιδευτικούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

View more
ethemis.gr

EΚΔΗΛΩΣΕΙΣ            ΦΟΡΕΩΝ

Εκδηλώσεις Nομικού Eνδιαφέροντος από ποικίλους θεσμικούς Φορείς

View more
ethemis international news

Διεθνή                      Νέα

Διεθνή Νομικά Νέα και Αρθρογραφία, Νομολογία ΕΔΔΑ και αποφάσεις Διεθνών Δικαστηρίων

View more
ethemis map

Δελτία            Τύπου

Ανακοινώσεις ΔΣΑ, δικαστικών ενώσεων, ανεξάρτητων αρχών, θεσμικών φορέων.

View more
ethemis

Συντακτική            Ομάδα

Η Επιστημονική Ομάδα του Ethemis.gr

View more
ethemis.gr

ΣΥΝΕΔΡΙΑ             ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ             e-ΘΕΜΙΣ

Ο Κατάλογος Συνεδρίων και Εκδηλώσεων που έχει διοργανώσει η Ένωση Ελλήνων Νομικών

View more

newsroom