Εκτίμηση αποδεικτικών μέσων - υπ’ αριθμ. 706/2018 απόφαση Α1’ Τμήματος ΑΠ
Με τον πρώτο λόγο της αίτησης αναίρεσης, από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην πληττόμενη απόφαση την αιτίαση ότι το Εφετείο παραβίασε τη διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 3 ΑΚ, προβάλλουσα ειδικότερα, ότι δέχτηκε τη λύση του γάμου της με τον αναιρεσίβλητο, λόγω διετούς διάστασης, παρόλον ότι η συζήτηση της αγωγής στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο έγινε σε χρόνο πολύ πριν τη συμπλήρωση της διετούς διάστασής τους και συγκεκριμένα έγινε στις 10-6-2013, ενώ η διάστασή τους, όπως βεβαιώθηκε από την κατάθεση της μάρτυράς της, έλαβε χώρα τον Απρίλιο του 2012. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αόριστος, διότι στο αναιρετήριο διαλαμβάνεται η θέση της αναιρεσείουσας και της μάρτυράς της ως προς το χρόνο επέλευσης της διάστασης της έγγαμης συμβίωσής της με τον αναιρεσίβλητο και όχι οι ουσιαστικές παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, σχετικά με το κρίσιμο αυτό πραγματικό περιστατικό, προκειμένου να κριθεί, εάν από τότε μέχρι τη συζήτηση της αγωγής ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου είχε συμπληρωθεί η απαιτούμενη από τη διάταξη του άρθρου 1439 παρ. 3 ΑΚ διετής διάσταση, για να κριθεί περαιτέρω, εάν το εφετείο παραβίασε με την εφαρμογή της και τη λύση του γάμου τη διάταξη αυτή, όπως η αναιρεσείουσα προβάλλει με τον ως άνω λόγο της αίτησης αναίρεσης.
Περαιτέρω, ο αναιρετικός λόγος του άρθρου 559 αριθ. 12 ΚΠολΔ ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας κατά την εκτίμηση των αποδείξεων προσδίδει σε ορισμένο αποδεικτικό μέσο δύναμη απόδειξης μικρότερη ή μεγαλύτερη από εκείνη που, δεσμευτικά καθορίζει ο νόμος, προβλέποντας ιδίως ότι ορισμένο αποδεικτικό μέσο παράγει πλήρη απόδειξη, χωρίς ή με δυνατότητα ανταπόδειξης, όχι όμως και στην περίπτωση κατά την οποία, εκτιμώντας ελεύθερα, όπως κατ’ αρχήν έχει δικαίωμα από το νόμο (άρθρο 340 ΚΠολΔ), αποδίδει σε ορισμένα αποδεικτικά μέσα, που κατά νόμο έχουν την ίδια αποδεικτική δύναμη με άλλα, μεγαλύτερη αποδεικτική βαρύτητα από τα άλλα αυτά αποδεικτικά μέσα. Στην προκειμένη περίπτωση, η αναιρεσείουσα με το δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης μέμφεται την προσβαλλόμενη απόφαση για πλημμέλεια από τον αριθμό 12 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, γιατί το Εφετείο προσέδωσε στην κατάθεση της μάρτυρος του αναιρεσίβλητου μεγαλύτερη αξιοπιστία από εκείνη της μάρτυρος, που εξετάστηκε με την επιμέλειά της και έτσι δέχτηκε ότι η διάσταση της έγγαμης συμβίωσης αυτής και του αναιρεσίβλητου επήλθε το έτος 2008, που κατέθεσε η πρώτη και όχι τον Απρίλιο 2012, που κατέθεσε η δεύτερη και περαιτέρω, δεχόμενο, ότι αυτοί βρίσκονταν, κατά το χρόνο συζήτησης της αγωγής, στις 10-6-2013, σε διάσταση συνεχώς από δύο τουλάχιστον χρόνια, έλυσε το μεταξύ τους γάμο, ενώ διαφορετικά θα έπρεπε να είχε απορρίψει την αγωγή. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, γιατί σε κανένα από τα αποδεικτικά αυτά μέσα δεν προσδίδεται από το νόμο αυξημένη αποδεικτική δύναμη και το Εφετείο προέβη, όπως είχε δικαίωμα, κατ’ άρθρο 340 ΚΠολΔ, σε ελεύθερη εκτίμηση του περιεχομένου τους και απλώς προσέδωσε μεγαλύτερη αξιοπιστία στην κατάθεση της μάρτυρος του αναιρεσίβλητου. Κατ’ ακολουθίαν αυτών, η αίτηση αναίρεσης απορρίφθηκε.
Επιμέλεια: Βασιλική Γεωργίου / Επιστημονική Συνεργάτης e-Θέμις
Αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παραβίασε τους ορισμούς του νόμου σχετικά με τη δύναμη των αποδεικτικών μέσων.
Source/ Author:www.areiospagos,gr