Ακύρωση διαιτητικής απόφασης - υπ’ αριθμ. 355/2018 απόφαση Α1’ Τμήματος ΑΠ

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ/ December 10, 2018: Τρέχουσα Νομική Επικαιρότητα NewsRoom


ethemis

Ακύρωση διαιτητικής απόφασης - υπ’ αριθμ. 355/2018 απόφαση Α1’ Τμήματος ΑΠ

Οι λόγοι ακύρωσης της διαιτητικής απόφασης, που καθιερώνονται περιοριστικά με τη διάταξη του άρθρου 897 ΚΠολΔ, είναι διατάξεις ουσιαστικού δικαίου, η δε παραβίασή τους ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο ως πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθμ. 1 ΚΠολΔ. Η διαιτησία, ως συμβατικά επιλεγμένη δεσμευτική εκδίκαση ορισμένης διαφοράς από διαιτητές, αντί των κρατικών δικαστηρίων, είναι ιδιαίτερη μορφή οργάνωσης, ακολουθητέας διαδικασίας και απαιτούμενων δικονομικών προϋποθέσεων για την παροχή δικαστικής προστασίας, με την έννοια ότι η προστασία αυτή δεν παρέχεται από κρατικά δικαστήρια, αλλά κατά την ελεύθερη επιλογή των διαδίκων από όργανα ή πρόσωπα της εκλογής τους. Η σχέση της διαιτησίας προς την τακτική δικαιοσύνη, υπό την ισχύ του ΚΠολΔ, διαμορφώθηκε ως σχέση δύο παράλληλων δικαιοδοτικών τάξεων, που αποκλείονται αμοιβαία. Ως γνήσια δικαιοδοτική πράξη, η διαιτητική απόφαση, από την έκδοσή της, παράγει δεδικασμένο (896 ΚΠολΔ) και εξοπλίζεται με εκτελεστότητα  (904 παρ. 2 εδαφ. β’ ΚΠολΔ). Για την τήρηση όμως των στοιχειωδών δικαιοδοτικών εγγυήσεων εκ μέρους των διαιτητών και τη συμμόρφωσή τους προς τη βασική αυτή επιταγή, θεματοφύλακας παραμένει το κράτος μέσω των πολιτειακών (τακτικών) δικαστηρίων, η ενεργός ανάμειξη των οποίων εκδηλώνεται με τον έλεγχο της διαιτητικής αποφάσεως, μέσω κυρίως της αγωγής ακυρώσεως κατ’ άρθρο 897 επ. ΚΠολΔ. Κατά το άρθρο 897 ΚΠολΔ, η διαιτητική απόφαση μπορεί να ακυρωθεί ολικά ή εν μέρει μόνο με δικαστική απόφαση, για τους λόγους που αναφέρονται σ’ αυτήν και ειδικότερα, εκτός άλλων, αν η συμφωνία για τη διαιτησία είναι άκυρη (παρ. 1), καθώς και αν είναι αντίθετη προς διατάξεις δημόσιας τάξης ή προς τα χρηστά ήθη (παρ. 6). Ως διατάξεις δημόσιας τάξης, η παραβίαση των οποίων δικαιολογεί τη δικαστική ακύρωση της διαιτητικής αποφάσεως, νοούνται οι κανόνες αναγκαστικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί πρωτίστως για την προστασία του δημοσίου συμφέροντος και συνθέτουν τα πολιτειακά, πολιτιστικά, κοινωνικά ή οικονομικά θεμέλια της ημεδαπής έννομης τάξης, συγκροτούν δηλαδή τη δημόσια τάξη, υπό έννοια προσομοιάζουσα προς εκείνη του άρθρου 33 ΑΚ. Η παραβίαση, άρα, κανόνων αναγκαστικού δικαίου τεθέντων πρωτίστως προς εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων, εκφεύγει του ουσιαστικού δικαστικού ελέγχου. Εξάλλου, δεν προσβάλλεται η δημόσια τάξη κατά την παραπάνω έννοια και δεν θεμελιώνεται συνεπώς ο αντίστοιχος λόγος ακύρωσης της διαιτητικής απόφασης, όταν αυτή εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τον νόμο ή έχει απλώς ανεπαρκή αιτιολογία, εκτός αν από την εκτέλεση της απόφασης θα εδημιουργείτο κατάσταση αντίθετη προς τις ως άνω θεμελιώδεις αντιλήψεις της ελληνικής έννομης τάξης. Υπό την αντίθετη εκδοχή, κατά την οποία  ως δημόσιας τάξης  νοούνται όλες ανεξαιρέτως οι διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, θα προέκυπτε το άτοπο να ελέγχεται η διαιτητική απόφαση για παραβίαση οποιασδήποτε διάταξης αναγκαστικού δικαίου, ουσιαστικώς δηλαδή να επανεκδικάζεται η υπόθεση και να περιάγεται η διαιτητική διαδικασία σε απλό διαδικαστικό προστάδιο της πολιτικής δίκης, πράγμα που θα αντιστρατευόταν ευθέως στη σχετική προς τη φύση της αρχή της μη αναθεωρήσεως της ουσίας της διαιτητικής αποφάσεως.

Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 901 παρ. 1 στοιχ. α’ ΚΠολΔ, μπορεί να επιδιωχθεί με αγωγή ή ένσταση η αναγνώριση της ανυπαρξίας διαιτητικής απόφασης, μεταξύ     άλλων, και αν δεν συνομολογήθηκε συμφωνία διαιτησίας. Περαιτέρω, η διαιτητική συμφωνία είναι έγκυρη  μόνο αν είναι έγγραφη, ο δε τύπος του εγγράφου είναι συστατικός (ΚΠολΔ 869 παρ. 1 εδ. 1). Με δεδομένη την αυτοτέλεια της διαιτητικής συμφωνίας έναντι της συμβάσεως ή γενικότερα της έννομης σχέσης, στις διαφορές της οποίας αναφέρεται, η διαιτητική συμφωνία δεν απαιτείται να περιλαμβάνεται στο ίδιο έγγραφο με τη σύμβαση. Έτσι, έγκυρα συνομολογείται η υπαγωγή διαφορών σε διαιτησία από μία σύμβαση, που καταρτίσθηκε με έγγραφο, αν ρήτρα της συμβάσεως αυτής παραπέμπει σε διαιτητική συμφωνία, που περιλαμβάνεται σε άλλη σύμβαση, η οποία καταρτίσθηκε εγγράφως και οι διαφορές της οποίας υπάγονται σε διαιτησία, προϋποτιθεμένου όμως, ότι η άλλη συμφωνία, προς την οποία γίνεται η παραπομπή και η οποία περιλαμβάνει τη συμφωνία περί διαιτησίας, καταρτίζεται μεταξύ των ίδιων προσώπων, όπως και η παραπέμπουσα συμφωνία, οι διαφορές της οποίας υπάγονται με την παραπομπή σε διαιτησία. Η παραπομπή σε ρήτρα διαιτησίας, που περιλαμβάνεται σε άλλη συμφωνία, πρέπει να είναι ειδική και ευκρινής, διότι  με την διαιτητική συμφωνία, χωρίς να είναι επαχθής, επέρχεται η σοβαρή συνέπεια του αποκλεισμού της κρατικής δικαιοδοσίας. Είναι αναγκαίο η βούληση των μερών για παραπομπή σε προγενέστερη διαιτητική συμφωνία, που περιέχεται σε άλλη μεταξύ τους συμφωνία, να εκδηλώνεται με τρόπο αναμφισβήτητο, για να πληρούται έτσι και η απαίτηση του νόμου για τον έγγραφο τύπο της διαιτητικής συμφωνίας. Όταν, όμως, κατά την θέληση των συμβαλλομένων μερών η μεταγενέστερη σύμβαση είναι συμπληρωματική και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αρχικής συμβάσεως, με την έννοια ότι με αυτήν εξειδικεύονται οι υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών, τότε η περιεχόμενη στην αρχική έγγραφη σύμβαση διαιτητική ρήτρα αρκεί για να καθιδρύσει την δικαιοδοσία του διαιτητικού δικαστηρίου και επί των διαφορών που ανακύπτουν από τη μεταγενέστερη αυτή συμπληρωματική σύμβαση, χωρίς να απαιτείται η επανάληψη της διαιτητικής ρήτρας και στην τελευταία ή με παραπομπή στην περιέχουσα την διαιτητική ρήτρα αρχική έγγραφη συμφωνία, αφού ουσιαστικά δεν πρόκειται για χωριστές συμβάσεις με αντικείμενο συναφές, αλλά για μία ενιαία σύμβαση. Σημειώνεται εδώ ότι οι παραδοχές, νομικές και πραγματικές, της διαιτητικής απόφασης, με την οποία έγινε δεκτό ότι το διαιτητικό δικαστήριο έχει δικαιοδοσία, δεν δεσμεύουν το τακτικό δικαστήριο, που εξετάζει λόγο αναγνώρισης της ανυπαρξίας της διαιτητικής απόφασης.

Επιμέλεια: Βασιλική Γεωργίου / Επιστημονική Συνεργάτης e-Θέμις

Η διαιτητική απόφαση μπορεί να ακυρωθεί ολικά ή εν μέρει μόνο με δικαστική απόφαση, για τους λόγους που αναφέρονται σ' αυτήν και ειδικότερα, εκτός άλλων, αν η συμφωνία για τη διαιτησία είναι άκυρη (παρ. 1), καθώς και αν είναι αντίθετη προς διατάξεις δημόσιας τάξης ή προς τα χρηστά ήθη (παρ. 6).



Source/ Author:www.areiospagos.gr | Download PDF

LATEST POSTS




ethemis map

Προκηρύξεις/ Αγγελίες

Προκηρύξεις, Διαγωνισμοί και Αγγελίες για δικηγόρους, ασκούμενους & νομικούς.

View more
newsroom

ΝewsRoom/      ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Τρέχουσα Νομική Επικαιρότητα

View more
ethemis case law

Noμολογία

Σημαντικές δικαστικές αποφάσεις, ιδίως των ανωτάτων δικαστηρίων της χώρας

View more
ethemis case law

Noμοθεσία

Οι νόμοι που έχουν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως

View more
ethemis legal studies

Εκπαιδευτικά           Προγράμματα

Για νομικούς & δικηγόρους από εκπαιδευτικούς φορείς στην Ελλάδα και το εξωτερικό.

View more
ethemis.gr

EΚΔΗΛΩΣΕΙΣ            ΦΟΡΕΩΝ

Εκδηλώσεις Nομικού Eνδιαφέροντος από ποικίλους θεσμικούς Φορείς

View more
ethemis international news

Διεθνή                      Νέα

Διεθνή Νομικά Νέα και Αρθρογραφία, Νομολογία ΕΔΔΑ και αποφάσεις Διεθνών Δικαστηρίων

View more
ethemis map

Δελτία            Τύπου

Ανακοινώσεις ΔΣΑ, δικαστικών ενώσεων, ανεξάρτητων αρχών, θεσμικών φορέων.

View more
ethemis

Συντακτική            Ομάδα

Η Επιστημονική Ομάδα του Ethemis.gr

View more
ethemis.gr

ΣΥΝΕΔΡΙΑ             ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ             e-ΘΕΜΙΣ

Ο Κατάλογος Συνεδρίων και Εκδηλώσεων που έχει διοργανώσει η Ένωση Ελλήνων Νομικών

View more

newsroom