Ασφαλιστική Σύμβαση - υπ’ αριθμ. 142 / 2018 απόφαση Δ’ Τμήματος ΑΠ
Κατά το άρθρο 6 παρ. 1 της 1978 κανονιστικής απόφασης του Υπουργού Εμπορίου, που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 6 παρ. 5 του ν. 489/1976, η ασφαλιστική σύμβαση ισχύει για την ασφαλιστική περίοδο που ορίζεται στο ασφαλιστήριο και ανανεώνεται κάθε φορά για ίσο χρονικό διάστημα μετά τη λήξη της ασφαλιστικής περιόδου, καθώς και για τις επόμενες, εκτός εάν 30 ημέρες πριν από το τέλος κάθε ασφαλιστικής περιόδου, καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη ειδοποιήσει το άλλο με συστημένη επιστολή για το αντίθετο. Σε κάθε ανανέωση εκδίδεται νέο ασφαλιστήριο ή βεβαίωση για ανανέωση της ασφαλιστικής συμβάσεως (ανανεωτήριο). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 9 παρ. 1 της ίδιας υπουργικής αποφάσεως, καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δύναται ελευθέρως κατά πάντα χρόνο, με έγγραφο συστημένο ή επί αποδείξει, να καταγγείλει την ασφαλιστική σύμβαση. Η ακύρωση επέρχεται μετά πάροδο 20 ημερών από την κοινοποίηση του περί καταγγελίας εγγράφου. Τέλος, κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ν. 489/1976, ο ασφαλιστής δεν μπορεί να αντιτάξει κατά του προσώπου που ζημιώθηκε, όταν αυτό ασκεί την κατά το άρθρο 10 παρ. 1 αξίωση, ενστάσεις που απορρέουν από την ασφαλιστική σύμβαση, επιφυλασσομένου σ’ αυτόν του δικαιώματος αγωγής κατά του ασφαλισμένου του αντισυμβαλλόμενου και του οδηγού, κατά δε την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 7 παρ. 3 του ν. 2170/1993, η ακύρωση, η λήξη ή η αναστολή της ασφαλιστικής σύμβασης δύναται να αντιταχθεί κατά του τρίτου που ζημιώθηκε μόνο αφού το ατύχημα συνέβη μετά πάροδο δέκα έξι ημερών από την εκ μέρους του ασφαλιστή γνωστοποίηση της ακύρωσης ή λήξης ή αναστολής. Η γνωστοποίηση γίνεται στην κατοικία ή διαμονή του ασφαλισμένου ή του αντισυμβαλλομένου με επιστολή του ασφαλιστή προς αυτόν.
Από το συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων σαφώς προκύπτουν τα ακόλουθα: Η για ορισμένη χρονική περίοδο συναφθείσα ασφαλιστική σύμβαση της από αυτοκίνητο απορρέουσας αστικής ευθύνης, ανανεώνεται κάθε φορά για ισόχρονο διάστημα εκτός αν τριάντα ημέρες πριν από τη λήξη της αρχικής ή της κατά παράταση ασφαλιστικής περιόδου καθένα από τα συμβαλλόμενα μέρη ειδοποιήσει περί του αντιθέτου το άλλο μέρος. Η ανανέωση αυτή δεν εξαρτάται από την εκπλήρωση της κύριας υποχρεώσεως του αντισυμβαλλομένου να καταβάλει τα νόμιμα ασφάλιστρα.
Η οπωσδήποτε επερχόμενη ακύρωση ή λήξη της ασφαλιστικής σύμβασης, στην έννοια δε της λήξης περιλαμβάνεται και η δι’ αντισυμφωνίας των μερών κατάργηση αυτής, δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά του τρίτου που ζημιώθηκε παρά μόνο αν γνωστοποιήθηκε εγγράφως από τον ασφαλιστή στον αντισυμβαλλόμενο και πέρασαν 16 ημέρες από την άνω γνωστοποίηση. Ο σκοπός της γνωστοποίησης είναι να άρει κάθε αμφισβήτηση ως προς το χρόνο παύσης της ευθύνης του ασφαλιστή και έτσι ν’ αποτρέψει τη δυνατότητα συμπαιγνίας μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου σε βάρος του ζημιωθέντος τρίτου, στην προστασία του οποίου αποβλέπει η διάταξη του άρθρου 11 παρ. 2 του ν. 489/1976. Εξάλλου, κατά το άρθρο 167 ΑΚ, η δήλωση της βούλησης έχει νομική ενέργεια μόνο αφότου περιέλθει στο πρόσωπο στο οποίο απαιτείται να απευθυνθεί.
Επιμέλεια : Κωνσταντίνος Σπανός/Επιστημονικός συνεργάτης e-Θεμις
Κατά ζημιωθέντος τρίτου, η ακύρωση, η λύση, η λήξη ή η αναστολή της ασφαλιστικής σύμβασης μπορεί να αντιταχθούν, µόνο εάν το ατύχημα συνέβη μετά πάροδο δεκαέξι (16) ημερών από τη γνωστοποίηση, εκ μέρους του ασφαλιστή της ακύρωσης, της λύσης, της λήξης ή της αναστολής της ασφαλιστικής σύμβασης.
Source/ Author:www.areiospagos.gr | Download PDF