Παραγραφή χρηματικών απαιτήσεων πολιτικών συνταξιούχων - Απόφ. 296/2017 Ολομέλειας ΕλΣυν
Η παραγραφή των χρηματικών απαιτήσεων πολιτικών συνταξιούχων κατά του Δημοσίου λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο της ουσίας, χωρίς να απαιτείται να προβληθεί σχετική ένσταση εκ μέρους του Δημοσίου, εφόσον τα πραγματικά περιστατικά που στοιχειοθετούν την έναρξή της, την πρόοδο και τη συμπλήρωση του χρόνου αυτής, προκύπτουν από τα στοιχεία του φακέλου της υπόθεσης . Η υποχρέωση του Δικαστηρίου να εξετάζει αυτεπαγγέλτως την παραγραφή της αξίωσης κατά του Δημοσίου εκτείνεται στο σύνολο των σχετικών με την παραγραφή ζητημάτων και, επομένως, λόγος διακοπής της παραγραφής, ο οποίος προκύπτει από τα στοιχεία που τίθενται υπόψη του Δικαστηρίου της ουσίας λαμβάνεται υπόψη αυτεπαγγέλτως από αυτό.
Περαιτέρω, η αξίωση κατά του Δημοσίου που ερείδεται στο άρθρο 105 Εισ.Ν.Α.Κ. και αφορά στην καταβολή αποζημίωσης, λόγω στέρησης συνταξιοδοτικών παροχών, για χρονικό διάστημα προγενέστερο του χρόνου που καθορίσθηκε με απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ως χρόνος έναρξης καταβολής της σύνταξης, υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, η οποία άρχεται από το τέλος του οικονομικού έτους μέσα στο οποίο αυτή γεννήθηκε και κατέστη δικαστικώς επιδιώξιμη. Διακοπή δε αυτής χωρεί καταρχάς με την υποβολή της υπόθεσης στο αρμόδιο Δικαστήριο, πλην όμως, ενόψει του ότι το έτος 2001 ήρθη από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο η αμφισβήτηση ως προς τη δικαιοδοσία του Ελεγκτικού Συνεδρίου αναφορικά με την εκδίκαση αποζημιωτικών αγωγών του άρθρου 105 Εισ.Ν.Α.Κ. με αντικείμενο την καταβολή αποζημίωσης λόγω μη αναπροσαρμογής της σύνταξης για χρονικό διάστημα προγενέστερο του χρόνου που καθορίσθηκε με απόφαση του Δικαστηρίου, αλλά και της ασάφειας και της αβεβαιότητας που υπήρχε αυτήν την περίοδο ως προς την εφαρμογή των διατάξεων περί της δικαιοδοσίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την εκδίκαση τοιούτων αγωγών καθώς και των διακυμάνσεων της νομολογίας αναφορικά με τα ζητήματα αυτά, κατά το χρονικό διάστημα έως τη δημοσίευση της 4/2001 απόφασης του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το διακοπτικό της παραγραφής αποτέλεσμα επέρχεται και με την κατάθεση της αγωγής σε Δικαστήριο που στερείται δικαιοδοσίας, ιδία όταν αυτό εντάσσεται μεταξύ αυτών που χωρεί πλέον παραπομπή κατ’ άρθρον 12 παρ.2 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Ακολούθως, η ούτω αρξαμένη παραγραφή δεν δύναται να συμπληρωθεί εν επιδικία, καθόσον στη διοικητική δίκη η πρωτοβουλία διενέργειας των διαδικαστικών πράξεων ανήκει στο Δικαστήριο και όχι στους διαδίκους.
Τέλος, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 12 παρ.3 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, η αναβίωση της προθεσμίας άσκησης ενδίκων βοηθημάτων και μέσων που είχαν απορριφθεί για έλλειψη δικαιοδοσίας ή αρμοδιότητας πριν από την έναρξη ισχύος του άρθρου 12 παρ.2 του ως άνω Κώδικα, με την οποία προβλέφθηκε το πρώτον η δυνατότητα παραπομπής των ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ασκούμενων ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, που δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία ή αρμοδιότητά τους, στο Συμβούλιο της Επικρατείας, στο Ελεγκτικό Συνέδριο ή στο αρμόδιο τακτικό διοικητικό δικαστήριο κατά περίπτωση, δεν αφορά στις αγωγές αποζημίωσης, διότι η άσκηση των ενδίκων αυτών βοηθημάτων δεν υπόκειται στον περιορισμό των προθεσμιών και πρόθεση του νομοθέτη ήταν, για λόγους ίσης μεταχείρισης και παροχής δυνατότητας ουσιαστικής κρίσης των υποθέσεων, να υπαγάγει στη ρύθμιση αυτή εκείνα τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που απορρίφθηκαν λόγω αναρμοδιότητας ή έλλειψης δικαιοδοσίας του δικαστηρίου ενώπιον του οποίου εισήχθησαν και δεν μπορούσαν, λόγω παρόδου των προθεσμιών, στις οποίες υπόκειται η άσκησή τους, να επανασκηθούν ενώπιον του αρμοδίου Δικαστηρίου.
Στη διοικητική δίκη δεν νοείται παραγραφή εν επιδικία, καθόσον η πρωτοβουλία για τη διενέργεια των διαδικαστικών πράξεων ανήκει στο δικαστήριο και όχι στους διαδίκους.
Source/ Author:https://www.elsyn.gr/