Προϋποθέσεις δέσμευσης Ελεγκτικού Συνεδρίου από αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου για ευθύνη υπολόγου - Απόφ. 124/2017 ΟλΕλΣυν
Στο άρθρο 6 παρ. 2 της Ε.Σ.Δ.Α. ορίζονται τα ακόλουθα: “Πάν πρόσωπο κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται αθώο μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του”. Με τη διάταξη αυτή κατοχυρώνεται το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου ως μία διαδικαστική εγγύηση, την οποία επιβάλλει ο σεβασμός της προσωπικότητας αυτού, όταν για το ίδιο αδίκημα σε πρότερη ποινική διαδικασία έχει εκδοθεί γι’ αυτόν αθωωτική απόφαση, η οποία δεν είναι απαραίτητο να έχει καταστεί αμετάκλητη. Για την ενεργοποίηση της θεμελιώδους αυτής δικονομική εγγύησης και τον έλεγχο της πιθανής παραβίασής της, απαιτείται οι παρεπόμενες της ποινικής δίκης δικαστικές ή ακόμα και διοικητικές διαδικασίες, που δεν είναι ποινικές, να παρουσιάζουν συνάφεια με την προηγηθείσα ποινική δίκη, υπό την έννοια της ταυτόσημης αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης των αδικημάτων για τα οποία αυτός που την επικαλείται, διώκεται. Στην περίπτωση κατά την οποία διαπιστωθεί η εν λόγω συνάφεια, η οποία προϋποθέτει ουσιαστικό έλεγχο των πραγματικών στοιχείων της διαφοράς, το διοικητικό δικαστήριο ή το διοικητικό όργανο οφείλει να απόσχει από τη διατύπωση κρίσης ή και αιτιολογίας, η οποία θα έθετε, εν αμφιβόλω, το αθωωτικό αποτέλεσμα της οικείας ποινικής διαδικασίας.
Όπως γίνεται παγίως δεκτό από το Ελεγκτικό Συνέδριο, η διαδικαστική αυτή εγγύηση δεν παραβιάζεται όταν η μεταγενέστερη της αθωωτικής απόφασης διαφορετική δικαστική κρίση του ΕλΣυν στηρίζεται σε διαφορετική νομική βάση και αφορά σε άλλη μορφή ή άλλο χαρακτήρα ευθύνης του αθωωθέντος, με συνέπεια να παρουσιάζει αυτοτέλεια σε σχέση με την ποινική διαδικασία. Βασικό επιχείρημα για την αυτονόμηση της δημοσιονομικής δίκης έναντι της ποινικής είναι ότι ο υπόλογος που αθωώθηκε σε ποινική δίκη φέρει δημοσιονομική ευθύνη για έλλειμμα που διαπιστώθηκε στη διαχείρισή του και η ευθύνη του θεμελιώνεται σε διαφορετικές προϋποθέσεις αυτοτελείς σε σχέση με αυτές της ποινικής ευθύνης, αφού αυτή δεν έχει κατασταλτικό σκοπό, αλλά αποσκοπεί στην αποκατάσταση του ελλείμματος που έχει δημιουργηθεί στη διαχείριση αυτού. Η δέσμευση του Ελεγκτικού Συνεδρίου από την αθωωτική ποινική απόφαση συντρέχει αποκλειστικά και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι τα πραγματικά περιστατικά για τα οποία διώχθηκε ποινικά το προτεινόμενο προς καταλογισμό πρόσωπο, αλλά αθωώθηκε, έστω και λόγω αμφιβολιών, ταυτίζονται πλήρως με αυτά στα οποία στηρίζεται ο καταλογισμός του. Αυτό συμβαίνει όταν η παρεπόμενη δημοσιονομική δίκη προϋποθέτει την εξέταση της προηγηθείσας κρίσης του ποινικού δικαστηρίου ή όταν το αρμόδιο δικαστήριο εξετάσει εκ νέου τα αποδεικτικά στοιχεία που έλαβε υπόψη του το ποινικό δικαστήριο ή κρίνει ξανά τη συμμετοχή του προσώπου σε μία από τις πράξεις που οδήγησαν στην καταδίκη του. Μόνο εφόσον ο σύνδεσμος ανάμεσα στην ολοκληρωθείσα ποινική διαδικασία και στη δημοσιονομική δίκη επιβεβαιωθεί, τότε η κρίση στα πλαίσια της δεύτερης δίκης θα ελεγχθεί για την παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 2 της Ε.Σ.Δ.Α. και δη, το αν με την επίδικη κρίση παραβιάστηκε η προηγούμενη αθώωση του υπολόγου.
Υπόλογος Ν.Π.Δ.Δ. είναι αυτός που διαχειρίζεται, έστω και χωρίς νόμιμη εξουσιοδότηση, χρήματα, αξίες ή υλικό που ανήκει σε Ν.Π.Δ.Δ., καθώς και κάθε άλλος θεωρούμενος από το νόμο ως υπόλογος Ν.Π.Δ.Δ.. Σε περίπτωση που προκαταβάλλεται από το Ν.Π.Δ.Δ. χρηματικό ποσό με την έκδοση χρηματικού εντάλματος προπληρωμής (Χ.Ε.Π.), υπόλογος είναι εκείνος στο όνομα του οποίου εκδίδεται, κατόπιν απόφασης του οικείου διατάκτη, το χρηματικό ένταλμα, ο οποίος καταλογίζεται σε περίπτωση διαπίστωσης ελλείμματος στη διαχείριση του προϊόντος αυτού. Έλλειμμα καταλογιστέο στον υπόλογο από τα αρμόδια κατά περίπτωση όργανα δημιουργείται στην περίπτωση κατά την οποία τα δικαιολογητικά των οικείων δαπανών δεν στηρίζονται στο νόμο (παρατύπως εκδοθέντα, ελλιπή, πλαστά ή νοθευμένα).
Source/ Author:https://www.elsyn.gr/